Ανάλυση της Τεχνικής Μολύβι Φύλακα

Στην εμφάνιση της τεχνικής συρτής με ζωντανό δόλωμα χρησιμοποιούσαν μια ζωντανή ζαργάνα αναζητώντας τα μαγιάτικα . Με το πέρασμα του χρόνου αυτή η τεχνική εμπλουτίστηκε με πολλές τεχνολογικές καινοτομίες και με χρήση  μιας τεράστιας ποικιλίας δολωμάτων απευθυνόμαστε πλέον σε όλα τα αρπακτικά των θαλασσών μας  . Το καλύτερο αποδεκτό σύστημα καταβύθισης είναι φυσικά το μολύβι φύλακας , το οποίο θα αναλύσουμε τις τεχνικές ψαρέματος  τον εξοπλισμό του την επιλογή δολώματος και φυσικά τα θηράματα που αναζητούμε . Η πρώτη παράμετρος που θα εξετάσουμε και το πιο σημαντικό είναι ο εξοπλισμός.
Εξοπλισμός για μολύβι φύλακα :
Καλάμι :
Παραβολικό ή ακόμα καλύτερα προοδευτικό 16- 20 lb αν πρόκειται να ψαρέψουμε πιο τεχνικά ή για μικρότερα ψάρια , αλλά ένα στάνταρ είναι καλάμι 20 – 30lb για πληθώρα θηραμάτων. Το πολύ 2 σπαστό (να ξεβιδώνει στη λαβή για λόγους μεταφοράς) μήκος 2 – 2,20μ .  οι οδηγοί πρέπει να  είναι ανθεκτικοί, κατάλληλοι για νήμα και για «wind on» παράμαλλο. Να επιτρέπουν δηλαδή την εύκολη διαδρομή του στριφταριού και του παράμαλλου, ώστε να τυλίγεται όλη η αρματωσιά πάνω στο μηχανισμό. Το καλάμι πρέπει να συνδυάζει μειωμένο βάρος , αντοχή πολύ καλές επαναφορές και ευαισθησία , κάτι πολύ σημαντικό στο να ανιχνεύουμε και το παραμικρό τσίμπημα. Πρέπει να προσέξουμε πριν το αγοράσουμε το λόγω της δύναμης που δεχόμαστε στα χέρια μας σε σχέση με τη δύναμη που εξασκούμε στην άκρη του νήματός μας.  ( αν μπορείτε δοκιμάστε να τραβήξετε το ίδιο βάρος με διάφορα καλάμια και δείτε την όποια διαφορά πριν πιάσετε κάποιο ψάρι).
Μηχανισμός :
Ο ιδανικός μηχανισμός πρέπει να εξασφαλίζει. Σταθερά και ομαλά φρένα και να ανταποκρίνεται όσο το δυνατόν πιο άμεσα σε κάθε «κεφάλι» του ψαριού , ούτως ώστε σε απόλυτο συνδυασμό με το καλάμι μας να προστατεύει το νήμα και το παράμαλλό μας. Πολύ σημαντικό είναι η θερμική επαγωγή και για αυτό το λόγω το καλύτερο ο μηχανισμός πρέπει να είναι από κάποιο κράμα αλουμινίου . Στα μικρά ψάρια ίσως να μην παρατηρήσουμε διαφορά από μηχανισμό σε μηχανισμό αλλά σε κάποιο μεγάλο θήραμα  ένας καλός μηχανισμός θα μας δείξει τις αρετές του. Ακόμα πιο ιδανικό θα ήταν ο μηχανισμός να έχει και διπλά φρένα εξασφαλίζοντας έτσι ομόρροπες δυνάμεις στον άξονά του , πιο άμεση ανταπόκριση και ομαλότητα στη λειτουργία του και καλύτερη θερμική επαγωγή. Πολύ σημαντικό για το συγκεκριμένο ψάρεμα είναι το να έχει ο μηχανισμός lever drag σε συνδυασμό με προρύθμιση ώστε να μπορούμε να εφαρμόζουμε και να αυξομειώνουμε άμεσα τα φρένα μας με ασφάλεια αφού ανά πάσα στιγμή είμαστε μέσα στο όριο της αντοχής των εργαλείων μας. Πρέπει επίσης ο αντίχειράς μας να έχει άμεση πρόσβαση στη μπομπίνα, είτε για να μπορούμε εύκολα να την μπλοκάρουμε , είτε για να εφαρμόσουμε «Hand Drag» σε περιπτώσεις που μπορεί να χρειαστεί. Όλα αυτά πρέπει να συνδυάζονται και με το όσο το δυνατόν περιορισμένο βάρος.  Πολλοί μηχανισμοί έχουν και “level wind” έναν κινητό κατανομέα του νήματος ή της πετονιάς. Με το σύστημα αυτό ναι μεν επιτυγχάνουμε ομοιόμορφο τύλιγμα αλλά : δεν μπορεί πλέον να περάσει στριφτάρι και παράμαλλο πάνω στο μηχανισμό , δεν μπορούμε να εφαρμόσουμε αντίχειρα στη μπομπίνα. Επιπλέον , ο μηχανισμός αυτός μπορεί και να μπλοκάρει άσχημα σε ένα τρελό φευγιό του ψαριού. Για όλα αυτά , ένας τέτοιος μηχανισμός είναι ακατάλληλος για την εν λόγω τεχνική. Με λίγα λόγια προτείνεται ένας καλή ποιότητας αλουμινένιος μηχανισμός , μονής ταχύτητας με μοχλό φρένων, το πολύ 5/0.
Νήμα :
Πολύ σημαντική και αναγκαία παράμετρος για την επιτυχία και αυτής της τεχνικής είναι το νήμα, αφού μόνο με αυτό μπορούμε να επιτύχουμε μειωμένο “blow back” και να χρησιμοποιήσουμε όσο το δυνατόν ελαφρύτερα βαρίδια για να κολυμπήσουμε το δόλωμά μας στο επιθυμητό βάθος. Ένα επιπλέον προσόν του νήματος είναι το ότι μας δίνει άμεση αίσθηση του τσιμπήματος και της επαφής του μολυβιού με το  βυθό και μας επιτρέπει να καρφώσουμε στον ίδιο χρόνο. Υπάρχει πληθώρα νημάτων στην αγορά. Αυτό που πρέπει να προσέξουμε πέρα από την αντοχή του είναι να είναι συμπαγές, και όσο πιο αδιάβροχο και κυλινδρικό γίνεται. Είναι σημαντικό για το νήμα να είναι συμπαγές και αδιάβροχο γιατί αλλιώς μέσα στο νερό φουσκώνει αυξάνοντας τη διάμετρό του. Όσο πιο κυλινδρικό είναι τόσο καλύτερη υδροδυναμική συμπεριφορά εμφανίζει.  Ένα εύρος διαμέτρων για αυτή την τεχνική είναι από 0,20μμ – 0,40 μμ το πολύ και από 20 – 80 lb. Ένα νήμα των 30 lb για 20 lb καλάμι ή 40λβ για 30λβ καλάμι, είναι συνήθως μια χαρά. Διπλώνοντας το νήμα 8 φορές μπορείτε πλέον εύκολα να συγκρίνετε νήμα με νήμα ανεξαρτήτως της αναγραφόμενης διαμέτρου.
Παράμαλλο:Είμαστε κάθετοι. Αριστης ποιότητας fluorocarbon 100% αυστηρά και μόνο για παράμαλλο. Προσέχουμε πέραν της ανθεκτικότητας του, τη συμπεριφορά του στους κόμπους. Τα καλής ποιότητας παράμαλλα βγαίνουν σε συσκευασίες των 20 – 25 μέτρων.
Στριφτάρι :
Όσο το δυνατό μικρότερο και ανθεκτικό, ανοξείδωτο και ακόμα καλύτερα με ένσφαιρους τριβείς για ακόμη καλύτερη λειτουργία . πρέπει να περνάει ανεμπόδιστα μέσα από τους οδηγούς
Αγκίστρια :
Από 1/0 έως 8/0 αναλόγως με το δόλωμα που χρησιμοποιούμε. Πρέπει να συνδυάζουν. Μειωμένο βάρος , τεράστια αντοχή , σωστή γεωμετρία αιχμή με μέγιστη διατρητικότητα  και σωστό αρπάδι. Ας προσέξουμε ειδικά και μόνο τα αγκίστρια μας να ΜΗΝ είναι ανοξείδωτα. Μπορεί να σκουριάζουν πιο εύκολα και να χρειάζονται συχνότερα αλλαγή αλλά αντίστοιχα θα διαβρωθούν ευκολότερα στο σαγόνι ενός άξιου μαχητή που μας κέρδισε.
Ζώνη : Σε ένα μικρό ψάρι μπορεί να μας φανεί περιττή , σε μεγαλύτερα θηράματα όμως απαραίτητη. Θα πρέπει να πέφτει κάτω από τη μέση μας και όχι πάνω στην κοιλιά , δίνοντας μας έτσι καλύτερο μοχλό στο καλάμι:
Mολύβι  :
Υπάρχει πλήθος μολύβια φύλακα στην αγορά , εσείς αυτό που πρέπει να κάνετε είναι να δοκιμάσετε την πλεύση τους ώστε να πηγαίνει ευθεία χωρίς ζικ ζακ .
Γάντζος και απόχη απαραίτητα
ΣΥΜΒΟΥΛΗ :Υπάρχουν πολλές ποικιλίες για να αγοράσετε εξοπλισμό αλλά δεν θα πρέπει να ξεχνάτε την ελληνική παροιμία που μας λέει ( ότι πληρώνεις παίρνεις ) τα εργαλεία θα τα έχουμε μια ζωή φροντίστε λοιπόν να προμηθευτείτε αυτά που θα χρειαστούν πραγματικά και όχι μετά το πρώτο σας ψάρεμα να ανακαλύψετε ότι κάνατε λάθος επιλογή .
Αγκίστρι :
Σχεδόν σε όλες τις τεχνικές ψαρέματος το πιο απαραίτητο εξάρτημα είναι το αγκίστρι.
Με την εμφάνιση των μοντέρνων μεθόδων της συρτής δηλαδή εκείνη με καλάμι και μηχανισμό , η μεγαλύτερη δυσκολία που εμφανίστηκε στον ερασιτέχνη ήταν εκείνη η επιλογή του σωστού αγκιστριού για ζωντανό δόλωμα. Το αγκίστρι αποτελεί το σημείο επαφής του ψαρά με το δόλωμα , και εκτός ότι πρέπει να διευκολύνει το σωστό κάρφωμα πρέπει επίσης να μπορεί να συγκρατεί το ψάρι σε όλη την διάρκεια της μάχης. Μέχρι πριν λίγα χρόνια στο εμπόριο δεν υπήρχαν ειδικά αγκίστρια για τις τεχνικές αυτές και είμαστε όλοι αναγκασμένοι να προσαρμόζουμε αγκίστρια που ήταν φτιαγμένα για διαφορικές τεχνικές. Στις περισσότερες περιπτώσεις χρησιμοποιούσαν αγκίστρια του big game , εκείνα που συνήθως βάζουνε για τους τόνους στα μεγάλα δολώματα  η ατσάλινα παπαγαλέ  με στραβό λαιμό για τα μικρά δολώματα. Με αποτέλεσμα τα πρώτα να μην είχαν καλό κάρφωμα ενώ τα δεύτερα άνοιγαν από το ζόρι των μεγάλων μαγιάτικων. Με την εμφάνιση των πρώτον αγκιστριών << live bait >> της Μustad (σειρά 94151) τα πράγματα άρχισαν να αλλάζουν ριζικά. Για συρτές με ζωντανό δόλωμα πρέπει να βρούμε τον σωστό συνδυασμό ανάμεσα στην αντοχή και στην διάμετρο αφού τα θηράματα τα οποία αρπάζουν τα δολώματά μας και κυρίως τα μεγάλα μαγιάτικα, προβάλουν τέτοια αντίσταση που εύκολα μπορούν να ανοίξουν τα αγκίστρια μας που φαίνονται ανθεκτικά.. Από την άλλη μεριά όμως είναι απαραίτητο τα αγκίστρια μας να είναι ελαφριά και λεπτά για να μην επηρεάζουν την ζωτικότητα των δολωμάτων μας .
Τελικά πιο αγκίστρι θα διαλέξουμε ?
Στης προετοιμασία μιας ψαρευτικής εξόδου πρέπει να λάβουμε υπόψη μας σαν πρώτο παράγοντα την επιλογή των αγκιστριών το είδος και το μέγεθος του δολώματος. Το δόλωμα μπορεί να είναι καθοριστικό στην επιλογή των αγκιστριών , αλλά ακόμη περισσότερο σημαντικό είναι το θήραμα που μπορεί να επιτεθεί. Αυτοί οι δύο παράγοντες πρέπει να αξιολογηθούν εξίσου και να επιδράσουν το ίδιο στην τελική μας απόφαση. Με λίγα λόγια την ώρα της επιλογής μας θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας την εποχή με τα σχετικά θηράματα το είδος βυθού , το μέσο βάθος στο οποίο θα δουλέψουμε και το είδος του δολώματος και την ζωτικότητα του. Υπάρχουν μερικά δολώματα που είναι επιλεκτικά θα προσελκύσουν δηλαδή συγκεκριμένα θηράματα και ο τύπος αγκιστριού που θα χρησιμοποιήσουμε σε αυτά είναι δεδομένος. Υπάρχουν και άλλα που αρέσουν σε όλα τα αρπακτικά με τα οποία πρέπει να οδηγηθούμε  σε ένα ικανοποιητικό συμβιβασμό . Μια άλλη σημαντική παράμετρος είναι φυσικά το μέγεθος του αγκιστριού . Πιο λοιπόν είναι το πρώτο που θα σκεφτούμε ? μα φυσικά το μέγεθος του στόματος των ποιον συνηθισμένων αρπακτικών , το μαγιάτικο, ο ροφός η Λίτσα έχουν αρκετά μεγάλο στόμα με το οποίο μπορούν να συλλάβουν μεγάλα δολώματα , ίσως θα πρέπει και να αποκλείσουμε το τσίμπημα ενός μικρού αρπακτικού , για να μην μηδενίσουμε την πιθανότητα να έρθει στο καλάμι μας ένα μεγάλο ψάρι από τα πιο πάνω. Αυτό μας υποχρεώνει να χρησιμοποιήσουμε αγκίστρια μεγάλες διαστάσεις , και για μα μην είναι πολύ μικρά πάνω στο δόλωμα αλλά και για να είμαστε σίγουροι ότι θα μπορέσουν να καρφωθούν μέσα στα μεγάλα στοματά τους. Χρησιμοποιώντας δολώματα τα οποία καταπίνονται ολόκληρα δολώματα δηλαδή που το κεφάλι τους καταλήγει κατευθείαν στο στόμα του αρπακτικού θα πρέπει φυσικά να βάλουμε ένα μεγάλο αγκίστρι μπροστά έτσι ώστε να καρφωθεί άμεσα μόλις βρεθεί μέσα στα σαγόνια του αρπακτικού. Και άλλοι παράγοντες συμβάλουν στο να αποφασίσουμε πιο αγκίστρι θα επιλέξουμε για τα ζωντανά μας δολώματα. Ένας από αυτούς είναι φυσικά ο εξοπλισμός του ψαρέματος ο οποίος είναι σημαντικός σε ότι αφορά το κάρφωμα. Η πιο πολύ λάτρεις της συρτής χρησιμοποιούν πλέον νήματα στον μηχανισμό. Αυτό το νήμα έχει το μεγάλο πλεονέκτημα να είναι πολύ λεπτό σε σχέση με την αντοχή του, και παρουσιάζει επίσης μία απόλυτη έλλειψη ελαστικότητας και έτσι αντιδρά άμεσα στο κάρφωμα σημαντικά και πολύ πιο γρήγορα από το νάιλον. Αυτό μας επιτρέπει να χρησιμοποιούμε μεγαλύτερα αγκίστρια απ’ό,τι με το νάιλον καθότι το άμεσο κάρφωμα τους δίνει κα μεγαλύτερη ικανότητα διείσδυσης. Το πρώτο και πιο πολύπλοκο θήραμα που θα πρέπει να εξετάσουμε είναι το μαγιάτικο. Η επίθεση του μπορεί να είναι βίαιη αλλά και τεμπέλικη , στις περισσότερες περιπτώσεις αυτό το ψάρι πιάνει το δόλωμα με το στόμα του γυρίζει και το καταπίνει. Το στόμα του που έχει μεγάλες διαστάσεις είναι εξοπλισμένο με πλάκες που αποτελούνται από μικρά δόντια στραμμένα προς τα μέσα με διπλή λειτουργία στο κράτημα και σπρώξιμο του δολώματος προς το εσωτερικό του στόματος. Το εσωτερικό του στόματος είναι οστέινο και καλύπτεται από πολύ σκληρό και άγριο δέρμα , πράγμα που μας υποχρεώνει σε ένα δυνατό κάρφωμα. Στο ψάρεμα λοιπόν του μαγιάτικου θα προτιμήσουμε αγκίστρια με κοντό λαιμό , ίσια με παπαγαλέ μύτη. Έχοντας πάντα υπόψη μας ότι μεγαλύτερο άνοιγμα κάνει το αγκίστρι να καρφώνεται πιο εύκολα, εξασφαλίζοντας το πέρασμά του  από την μια μεριά του στόματος στην άλλη. Σε μικτούς βυθούς υπάρχουν οι ίδιες πιθανότητες να τσιμπήσει συναγρίδα η μαγιάτικο , το αγκίστρι πρέπει να μπορεί να καλύψει όλες τις απαιτήσεις , κυρίως θα προσανατολιστούμε σε αγκίστρι με κοντό λαιμό και μικρή διάμετρο που να διαθέτουν υψηλή διεισδυτικότητα .Σε αυτή την κατηγορία ανήκουν τα αγκίστρια με πλατιά διατομή και παπαγαλέ μύτη. Αν ψαρεύουμε κοντά στην ακτή τα πιθανότερα θηράματα θα είναι γοφάρια, λαβράκια και φυσικά οι Λίτσες, η επιλογή μας πρέπει να ευνοήσει μοντέλα με παπαγαλέ μύτη και μικρή διάμετρο .Στα μικρότερα ψάρια μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε και στραβά ατσάλινα αγκίστρια με λοξή μύτη. Τα αγκίστρια της συρτής χαρακτηρίζονται από ένα αριθμό που ακολουθείτε από μια κάθετο και το 0. Τα μεγέθη είναι τα ίδια ανάμεσα στις διάφορες μάρκες και κυμαίνονται από 1/0 μέχρι το 9/0. Τα πλέον χρησιμοποιημένα μεγέθη είναι από το 3/0 μέχρι το 8/0. Τα αγκίστρια νέας γενιάς κατασκευάζονται από ελαφρά κράματα υψηλής αντοχής , ενώ η αιχμή τους ακονίζεται μη χημικούς μεθόδους . με τέτοια υλικά η πιθανότητα  να ανοίξει η να σπάσει ένα αγκίστρι ελαττώνεται όλο και περισσότερο.
Κατασκευή παράμαλλου και δόλωμα του ζωντανού :
Τα πολύ καλά παράμαλλα είπαμε ότι δίνονται σε συσκευασία των 25 μέτρων , τόσο θα πρέπει να είναι και η απόσταση του δολώματος από το στριφτάρι μας . η τουλάχιστον από 12 έως 25 μέτρα. Χρησιμοποιώντας ένα 40 lb παράμαλλο θα πρέπει στο δέσιμο με το στριφτάρι μας να υπάρχει ένας πολύ ισχυρός κόμπος ο οποίος θα χρησιμοποιηθεί και στο δέσιμο του παράμαλλου αλλά και του νήματος με το στριφτάρι , ένας πολύ εξαιρετικός κόμπος είναι ο  UNI. Αλλά σίγουρα υπάρχουν και διάφοροι άλλοι , ακόμα καλύτεροι που μπορεί να ξέρετε. Το δέσιμο των αγκιστριών είναι μια πολύ σημαντική υπόθεση για την σωστή λειτουργία της αρματωσιά μας , αποτελείται από δύο αγκίστρια τις περισσότερες φορές  Νο 6/0 που το ένα είναι σταθερό και το άλλο 4/0 συρόμενο. Το συρόμενο αγκίστρι απλώς  περνάμε την πετονιά από την τρύπα και το δένουμε με λίγο νήμα όσο σφικτά χρειάζεται ώστε να πηγαινοέρχεται μπρος πίσω με κάποια δυσκολία.. Το σταθερό το δένουμε με εξίσου ένα δυνατό κόμποΓια πιο σιγουριά μπορείτε να διπλαρώσετε την πετονιά και από μονή πετονιά που αποτελείται η αρματωσιά σας γίνεται αυτόματα διπλή και έτσι σε περίπτωση κοψίματος της μίας η άλλη εξακολουθεί να δουλεύει ώστε το ψάρι τελικά να νικηθεί.
Το μολύβι.
Το μολύβι λοιπόν θα τοποθετηθεί ως εξής, χρησιμοποιήστε 1 οργιά πετονιά που και στα δύο μέρη της θα τοποθετήσετε στριφτοπαραμάνες τις πιο φτηνές και η πετονιά μια ψιλή , που αν το μολύβι μας βρει στο βυθό να κοπεί εύκολα . και τοποθετήστε το σύμφωνα με το βάρος είναι σχετικό σύμφωνα με τα ρεύματα αλλά ως συνήθως χρησιμοποιούμε 280 γρ.
Δόλωμα :
Η επιλογές στο δόλωμα μας θα είναι  Ζαργάνα , καλαμάρι, μελανούρι η σουπιά , και βέβαια ζωντανά. Τώρα αν δεν καταφέρετε αυτά τα δολώματα να τα βρείτε ζωντανά να γνωρίζεται ότι δουλεύουν και νωπά ημέρας αλλά με τοποθέτηση ενός μικρού μολυβιού για να πετύχουμε την πλεύση και να μιμείται άριστα το ζωντανό , αν δεν το καταφέρετε αυτό και το δόλωμα μας δεν πλέει άψογα ξεχάστε το τσίμπημα . Μπορείτε να δείτε Ζαργάνα νωπή δολωμένη στην ( Φώτο 2). Την ίδια τεχνική χρησιμοποιούμε και στα άλλα δολώματα. Στα ζωντανά εννοείται δεν τοποθετούμε μολύβι.
Ας δούμε πως δολώνουμε τα ζωντανά μας βουτηγμένα πάντα μέσα στο νερό.
Ζαργάνα : περάστε το κινητό αγκίστρι από το στόμα κάτω προς τα πάνω, στο «σαγόνι» κρατώντας το στόμα της κλειστό, και το σταθερό δίπλα στην ουρά όσο μπορείτε προσεκτικά ώστε να μην πληγώστε την ραχοκοκαλιά του ψαριού και με λίγο νήμα δέστε το στόμα της ζαργάνας ώστε να μην μπορεί να το ανοίξει ( σε νωπό δείτε την Φώτο 2)Καλαμάρι : στο καλαμάρι το συρόμενο δολώνεται όσο το δυνατόν πιο μπροστά στην κουκούλα , για να μπορούμε να το τραβάμε. δίπλα από το τελείωμα του κρέατος του και το σταθερό  με προσοχή μέσα από το σιφονάκι. μπροστινό τμήμα της κοιλιάς.
Σουπιά : όπως και το καλαμάρι.
Μελανούρι : δολώστε το κινητό περνώντας την μύτη του αγκιστριού κάτω από το στόμα και να βγει στο επάνω μέρος του στόματος , το σταθερό πιάστε το κάτω από την κοιλιά όχι πολύ βαθιά.
Εξοπλισμός σκάφους για συρτή με ζωντανό :
Ο εξοπλισμός του σκάφους, πρέπει να στηθεί σωστά, σύμφωνα με τις απαιτήσεις του συγκεκριμένου ψαρέματος. Η πρόβλεψη τού σωστού τρόπου συντήρησης των ζωντανών μας δολωμάτων, η χρήση των ηλεκτρονικών οργάνων ως τη χρήση του γάντζου την κατάλληλη στιγμή, όλα θα παίξουν καθοριστικό ρόλο στο αποτέλεσμα. Δεν υπάρχει κάποιος συγκεκριμένος τύπος σκάφους που να είναι καταλληλότερος από κάποιον άλλο για τη συρτή βυθού. Σχεδόν όλα με λίγες παρεμβάσεις μπορούν να διαμορφωθούν κατάλληλα γι' αυτό τον τρόπο ψαρέματος, της συρτής με ζωντανό δόλωμα. Λέμε σχεδόν όλα, γιατί πρέπει να αποκλειστούν τα πολύ μεγάλα σκάφη (άνω των 10 μέτρων) Γιατί είναι πολύ δύσχρηστα, όσον αφορά ταχύτητες και ελιγμούς. Εξυπακούεται ότι τα σκάφη τύπου "fishing", είναι εκείνα που θα χρειαστούν τις λιγότερες επεμβάσεις, ώστε να εξοπλιστούν σωστά... Σαν πρώτο εφόδιο βάζουμε την κατάλληλη μηχανή. Αν μιλάμε για σκάφη όπως οι κλασικές ψαρόβαρκες, η μηχανή τους (που συνήθως είναι και η κύρια) δεν πρέπει να έχει μεγάλο κυβισμό. Έτσι, δεν θα μας προβληματίσει εάν θελήσουμε να κινηθούμε με πολύ χαμηλές ταχύτητες (κάτω του ενός κόμβου). Εάν η βάρκα μας διαθέτει εσωλέμβια ή εάν είναι και πετρελαιοκίνητη, ακόμα καλύτερα, μιας και αυτές οι μηχανές δεν είναι πολύστροφες, ώστε να βγάζουν πολλά μίλια, και συγχρόνως παρουσιάζουν ροπή σε χαμηλό ύψος στροφών. Δηλαδή, έχουν τη δυνατότητα να κινηθούν με μικρές ταχύτητες, πράγμα απαραίτητο για τη συρτή με το ζωντανό (με την προϋπόθεση, όμως, να έχουν κράτει, πρόσω και ανάποδα)... Χρειαζόμαστε όμως και τον κατάλληλο ηλεκτρονικό εξοπλισμό , με το βυθόμετρο να είναι η πρώτη μας επιλογή, μιας και χωρίς αυτό είναι αδύνατο να τραβήξουμε συρτή με τις μεθόδους του μολύβι-φύλακα. Στην αγορά υπάρχουν δεκάδες τύποι βυθομέτρων, που ικανοποιούν πολλές από τις ανάγκες των καταναλωτών... Ένα πάρα πολύ σημαντικό αξεσουάρ είναι η δεξαμενή των ζωντανών δολωμάτων . Εδώ, οι επιλογές μας, δυστυχώς, είναι πολύ περιορισμένες όσον αφορά τη διάθεση των προϊόντων αυτών στο εμπόριο, εκτός και αν έχουμε τη δυνατότητα να φέρουμε μια τέτοια δεξαμενή από το εξωτερικό. Θα είμαστε ιδιαίτερα τυχεροί αν διαθέτει εκ κατασκευής το σκάφος μας... Αν όλα όσα αναφέρουμε στο άρθρο μας τηρηθούν, πιστεύουμε ότι θα έχετε εξοπλίσει το σκάφος σας σωστά. Μπορείτε τότε να ασχοληθείτε με τη συρτή βυθού, νιώθοντας  την πραγματική διάσταση του ψαρέματος, η οποία δεν είναι άλλη από αυτή της διασκέδασης και της -έστω προσωρινής- φυγής από τους εξαντλητικούς ρυθμούς όπου οι πιο πολλοί από εμάς ζούμε...
Καλαμοθήκες : Κατανέμονται ανάλογα με το σκάφος που διαθέτουμε...
Ψυγείο πάγου : Θεωρούμε περιττό να πούμε ότι το σκάφος μας πρέπει να διαθέτει και ένα ψυγείο πάγου μεγάλου μεγέθους, για τη διατήρηση των αλιευμάτων μας, και όχι μόνο.
Τέντα: Όσοι έχουν σκάφος με hard-top δεν χρειάζεται να μπουν στον κόπο να διαβάσουν τα παρακάτω. Εκείνοι, όμως, που δεν έχουν κάτι τέτοιο, πρέπει να έχουν υπ' όψιν τους ότι πρέπει να τοποθετήσουν την τέντα του σκάφους (που προστατεύει το πλήρωμα από τον ήλιο ή τη βροχή) όσο το δυνατόν πιο κοντά στο κέντρο του σκάφους και με τρόπο τέτοιο που να αφήνει την πρύμνη ελεύθερη... Απόχη: Η απόχη, που πρέπει αναγκαστικά να διαθέτει το σκάφος μας, επιβάλλεται να είναι πολύ μεγάλη...
Γάντζος : απαραίτητο αξεσουάρ πού πρέπει οπωσδήποτε να βρίσκεται στο σκάφος μας. ιδιαίτεροι προσοχή πρέπει να δείξουμε τη στιγμή που θα χρειαστεί να γαντζώσουμε ένα μαγιάτικο ,αφού είναι ένα ψάρι με πάρα πολύ δύναμη
Αναζητώντας το Ζωντανό :
Οι τεχνικές ψαρέματος με  το ζωντανό δόλωμα έχουν γίνει πολύ δημοφιλείς .Αυτό το οποίο όμως είναι πολύ σημαντικό είναι το πώς θα εξασφαλίσουμε τα ζωντανά δολώματα . Όλοι μας γνωστοί και άγνωστοι που ασχολούμαστε με τη συρτή  εκφράζουμε συχνά τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε για να εξασφαλίσουμε ζωντανά δολώματα , όπως καλαμάρια ,σουπιές , που είναι & αρκετά πιο δύσκολα στην αναζήτηση από την ζαργάνα. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που αναζητώντας πολλές ώρες τα ζωντανά δολώματα  εγκαταλείπουμε τα σχέδια μας ,οι δολώνουμε με νωπά .  Στο ψάρεμα της ζαργάνας παίζουν ρόλο πολλοί παράγοντες όπως  η καιρικές συνθήκες  αν τα νερά είναι καθαρά η εποχή η ώρα ..
Ας αρχίσουμε όμως με τον εξοπλισμό που θα χρησιμοποιήσουμε :
Ένα  καλάμι 1,7 - 2.40 μ. διάσπαρτο ή τηλεσκοπικό  με extra light action ή εν πάση περιπτώσει ένα πολύ «μαλακό» καλαμάκι spinning  Το μηχανάκι να είναι όσο πιο  μικρό γίνεται και ανάλογα με τις συνθήκες ποικίλη οι διάμετρος της πετονιάς . στα απάνεμα διαυγή  και ήσυχα νερά θα τοποθετήσουμε πετονιά διαμέτρου 0.16 mm.  Στα πιο ταραγμένα και «θολά» νερά μπορούμε να  τοποθετήσουμε 0.18- 0.20 mm . Μπορούμε ακόμα να χρησιμοποιήσουμε και νήμα 0,10mm για πιο άμεσο «κάρφωμα» ,  αν  χρησιμοποιούμε τεχνητό ή φυσικό δόλωμα. Το καλύτερο βέβαια θα ήταν να διαθέτουμε δύο μπομπίνες μία με ψιλή πετονιά και μια με νήμα .Φτάνοντας στην κατασκευή του παράμαλλου με τις ματασίνες θα την φτιάξουμε ως εξής ,φτιάχνοντας  3 θηλιές με απόσταση η μία από την άλλη 40 εκατοστά τοποθετούμε τις ματασίνες, συνδέοντας τες θηλιά με θηλιά., θα συνδέσουμε το παράμαλλο με την μάνα με ένα πολύ μικρό στριφτάρι ,όταν αμολήσουμε  τις ματασίνες στο νερό μπορούμε να τοποθετήσουμε και ένα μικρό μολυβάκι συρτής Νο 0 ή ½  που η απόσταση από τις ματασίνες  θα είναι τουλάχιστον 10 μέτρα. Εναλλακτικά, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τεχνητό ψαράκι 5 – 6 εκ με αόρατο παράμαλλο 0,19 – 0,23mm μήκους όσο το καλάμι μας. Σ΄ αυτή την περίπτωση απευθυνόμαστε και σε άλλα θηράματα όπως μελανούρια, τα οποία κάλλιστα μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε για δόλωμα.
Ζαργάνα : 
Η ταχύτητα μας από δύο έως τρία μίλια .
Ζαργάνες μπορούμε να βρούμε σε λιμάνια ή σε κόλπους, από τη μεριά που είναι απάνεμα και σε βάθη από 2-20 μέτρα  επίσης ζαργάνες κυκλοφορούν και κοντά σε ιχθυοτροφεία . Για να αυξήσουμε τις πιθανότητες σύλληψης μπορούμε να μαλαγρώσουμε το μέρος για να συγκεντρώσουμε τις ζαργάνες σε ένα σημείο , όπου με διαδοχικά περάσματα θα έχουμε πολλές πιθανότητες να πιάσουμε αυτές που θα χρειαστούν για τις συρτές μας  . Ο τρόπος που θα μαλαγρώσουμε ώστε να πετύχουμε τον σκοπό μας , είναι να πάρουμε δύο η τρεις σημαδουρίτσες και κρεμώντας τσουβαλάκι γεμισμένο με μπασμό ανζούγιας η σαρδέλας θα τα αφήσουμε σε ευθεία γραμμή με απόσταση 20 με 30 μέτρα  .Η μυρωδιά και η «λαδιά» θα κάνει τις ζαργάνες να τρέχουν σαν τρελές πάνω κάτω, κάνοντας τις πιο επιθετικές.
Τα καλαμάρια :
Η εποχή τους είναι από το Νοέμβριο μέχρι το Μάρτιο, περίοδο που γιαλόνουν για να αφήσουν τα αυγά τους. Και με αυτό το σκεπτικό οι περισσότεροι που κάνουν συρτή με ζωντανό, πιστεύουν ότι αργότερα είναι καλύτερα να αναζητήσουν μόνο σουπιές, μελανούρια ή ζαργάνες, που είναι της εποχής, θεωρώντας ότι αφού πέρασε ο χειμώνας τα καλαμάρια έχουν εξαφανιστεί δια μαγείας και θα επανέλθουν του χρόνου. Όμως τα πράγματα δεν είναι έτσι. Καλαμάρια συνεχίζουν να υπάρχουν, μόνο που θα πρέπει να τα αναζητήσουμε βαθύτερα: στους πάγκους, στις τραγάνες, στο σπαργιόφυκιο και σε βαθιές αποχές που στη συνέχεια δημιουργούν πυκνή φυκιάδα , τα λεγόμενα «άσπρα μαύρα». Οι τόποι αυτοί όμως είναι πάρα πολλοί και τα πράγματα δυσκολεύουν. Θα αναζητήσουμε τους τόπους που κρατάνε καλαμάρια (ακολουθώντας το ρεύμα με συρτή αρόδο) με τις καλαμαριέρες να «ψάχνουν» τα μέρη που κρατάνε μεγάλα καλαμάρια, κατάλληλα για τη συρτή μας. Όταν τα εντοπίσουμε θα κρατήσουμε σημάδια ή θα τα «γράψουμε» στο GPS, φροντίζοντας να ξαναγυρνάμε πάλι στο σημάδι που βάλαμε. Ο εξοπλισμός μας θα είναι ένα καρούλι με πετονιά 0.35, χωρίς ελαστικότητα ή ένα καλαμάκι   με  medium action αρματωμένο με νήμα ψιλό.Το παράμαλλο μπορεί να έχει  και  τρεις καλαμαριέρες. Λίγο πάνω από την τελευταία  μπορούμε να τοποθετήσουμε μια αμπούλα χημικού φωτός και βαρίδι ανάλογα μετά ρεύματα και το βάθος. Τα παράμαλλα τα κάνουμε με 0,28 fluorocarbon. Οι καλύτερες ώρες το καλοκαίρι είναι το ξημέρωμα και το σούρουπο. Αλλά και το βράδυ, έχουμε πολύ καλά αποτελέσματα αν ανάψουμε λάμπα βυθού 250.000 κεριών, αλλά μόνο όταν δεν έχει φεγγάρι.  Αφού λοιπόν εξασφαλίσουμε το ζωντανό δόλωμα μας θα πρέπει και να το διατηρήσουμε ζωντανό αφού συχνά οι τόποι που θέλουμε να ψαρέψουμε με την τεχνική του μολύβι φύλακα είναι μακριά από τους τόπους που ψάχνουμε τα ζωντανά δολώματα για αυτό και είναι απαραίτητο σε αυτήν την τεχνική να διαθέτουμε δοχείο ζωντανού δολώματος για την  διατήρηση των ζωντανών δολωμάτων στο σκάφος για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Δοχεία ζωντανού δολώματος :
Τα τελευταία χρόνια αρκετοί κατασκευαστές προσπάθησαν να δώσουν λύση στο συγκεκριμένο πρόβλημα, αλλά αυτό δεν είναι καθόλου εύκολο. Η συγκεκριμένη δεξαμενή θα πρέπει να εγγυάται την επιβίωση των ζωντανών δολωμάτων -π.χ. στις Ζαργάνες οι  οποίες είναι τα πιο συνηθισμένα δολώματα των θαλασσών μας , που έχουν ανάγκη από μεγάλη ποσότητα νερού, η οποία μάλιστα θα πρέπει να ανακυκλώνεται συνεχώς.  Η δεξαμενή πρέπει να έχει διαστάσεις τουλάχιστον 70x50 εκ., ενώ το βάθος της είναι πάντα σχετικό αφού το σημαντικότερο απ' όλα είναι η ελεύθερη διαθέσιμη επιφάνεια για να κολυμπούν τα δολώματα. Ένα άλλο σημείο που πρέπει να προσεχτεί ιδιαίτερα είναι οι γωνίες. Για να κολυμπήσουν στη δεξαμενή οι ζαργάνες  έχουν ανάγκη από καμπύλες γωνίες ώστε να μπορούν να διασχίζουν ολόκληρη την περίμετρο της δεξαμενής με άνεση. Ακόμη ένας θανάσιμος εχθρός για τα δολώματα είναι το ζεστό νερό. Για να αντιμετωπιστεί το φαινόμενο αυτό χρειάζεται να γίνεται ανακύκλωση του νερού. Στην περίπτωση που η τελευταία διαδικασία δεν προβλέπεται από τον κατασκευαστή, τοποθετείται μια βάνα θαλασσινού νερού με βρύση στο cockpit, που μπορεί να χρησιμοποιηθεί τόσο για την ανακύκλωση του νερού όσο και για το πλύσιμο του καταστρώματος. Πολύ συχνά σε σκάφη που έχουν ολικό μήκος από 7,50 μ. και πάνω υπάρχει πάντα διαθέσιμο ένα ταμπούκι, το οποίο με την κατάλληλη μετατροπή μπορεί να γίνει δεξαμενή ζωντανών δολωμάτων. Εάν στο σκάφος δεν υπάρχει αποθηκευτικός χώρος με τις κατάλληλες διαστάσεις, που να μπορεί να μετατραπεί σε δεξαμενή, τότε το πρόβλημα μπορεί να λυθεί με τη χρησιμοποίηση ενός δοχείου ή ενός ψυγείου με καπάκι, τα οποία συνδέονται με έναν σωλήνα με τη βάνα η  με εξωτερική αντλία μέσα στο θαλασσινό νερό. Στη συνέχεια ανοίγεται μια τρύπα που χρησιμεύει για την έξοδο του νερού, που συνδέεται με έναν σωλήνα με ρακόρ, ο οποίος καταλήγει έξω από το σκάφος. Η τρύπα για να φεύγει το νερό γίνεται ψηλά και στο πλάι του δοχείου ή της λεκάνης προκειμένου να διατηρείται σταθερή η στάθμη του νερού (αδειάζοντας την ποσότητα που πλεονάζει). Συμπερασματικά, η δεξαμενή ζωντανών δολωμάτων είναι ένα πολύ σημαντικό εξάρτημα για όποιον ψαρεύει με ζωντανά δολώματα, αφού αυτά θα πρέπει να διατηρούνται για πολλές ώρες.
Το ψάρεμα :
Αφού λοιπόν μάθαμε τα στοιχεία που χρειαζόμαστε ας ξεκινήσουμε το ψάρεμα μας .
Οποιοδήποτε σκάφος και αν έχετε ακόμα και μία βάρκα μπορείτε να ασχοληθείτε , φτάνει η ταχύτητα που θα τραβάμε την συρτή μας να μην ξεπερνάει το 1 Μίλι . Απαραίτητο όργανο είναι ένα βυθόμετρο που θα μας δείχνει το βάθος έτσι ώστε όταν πατώσει το μολύβι μας εμείς να ανεβάσουμε  και θα κυκλοφοράμε το ζωντανό μας περίπου στα 4 μέτρα πάνω από τον βυθό. Παρατηρώντας το βυθόμετρο θα αυξομειώνουμε το μολύβι μας σύμφωνα με το βάθος,  Το μολύβι λοιπόν θα τοποθετηθεί ως εξής , χρησιμοποιήστε 1 οργιά πετονιά που και στα δύο μέρη της θα τοποθετήσετε στριφτοπαραμάνες τις πιο φτηνές και η πετονιά μια ψιλή , που αν το μολύβι μας βρει στο βυθό να κοπεί εύκολα . και τοποθετήστε το σύμφωνα με το (σχήμα 4.) το βάρος είναι σχετικό σύμφωνα με τα ρεύματα αλλά ως συνήθως χρησιμοποιούμε 280 γρ. Η επιλογές στο δόλωμα μας θα είναι  Ζαργάνα , καλαμάρι, μελανούρι η σουπιά , και βέβαια ζωντανά. Τώρα αν δεν καταφέρετε αυτά τα δολώματα να τα βρείτε ζωντανά να γνωρίζεται ότι δουλεύουν και νωπά ημέρας αλλά με τοποθέτηση ενός μικρού μολυβιού για να πετύχουμε την πλεύση και να μιμείται άριστα το ζωντανό , αν δεν το καταφέρετε αυτό και το δόλωμα μας δεν πλέει άψογα ξεχάστε το τσίμπημα. Την ίδια τεχνική χρησιμοποιούμε και στα άλλα δολώματα. Στα ζωντανά εννοείται δεν τοποθετούμε μολύβι.
Το μαγιάτικο :
Η συρτή με ζωντανό δόλωμα, στηρίζεται σε απλούς βασικούς κανόνες, που απορρέουν κυρίως από τους νόμους της ίδιας της φύσης. Αυτή η τεχνική βασίζεται ελάχιστα στη μίμηση και την εξαπάτηση, στηρίζοντας τις παγίδες της στα φυσικά διατροφικά ένστικτα των αρπακτικών. Ανάμεσα στα πολλά ψάρια που ενδιαφέρουν τη συρτή με ζωντανό, το πιο ποθητό είναι ασφαλώς το μαγιάτικο. Είναι ένα ψάρι, καχύποπτο, δύσκολο επιθετικό και πάρα πολύ δυνατό. Τα μεγάλα μαγιάτικα είναι ακριβώς αυτά που βρίσκονται στο στόχαστρο κάθε οπαδού της συρτής. Αυτό το υπέροχο ψάρι τους πρώτους ζεστούς μήνες πλησιάζει στην ακτή και εν όψει του ζευγαρώματος ζει κοπαδιαστά, ενώ το φθινόπωρο και τον χειμώνα ξαναγίνεται μοναχικό ή σχηματίζει ζευγάρια. Επειδή είναι ένα ψάρι με εντυπωσιακή εμφάνιση, υπολογίζει στον αιφνιδιασμό για να νικάει το θηράματα του. Γι' αυτό το λόγο, όταν το φως έχει χαμηλή ορατότητα μετακινείται γύρω από τις ξέρες ή τους σκοπέλους, ενώ στις κεντρικές ώρες ης ημέρας προτιμάει να μένει μακριά από τα βράχια και τριγυρνάει στους αμμώδεις βυθούς, σε βάθος ακόμη και 60-70 μέτρα. Για να έχουμε επιτυχία στο να πιάσουμε ένα μεγάλο μαγιάτικο, πρέπει να παραμελήσουμε τα άλλα θηράματα. Ο κυρίαρχος παράγοντας στο επιλεκτικό ψάρεμα των μεγάλων ψαριών είναι η περιοχή και το ωράριο. Δηλαδή, θεωρητικά θα έπρεπε να ψαρεύουμε πάνω από τις ξέρες τις ώρες που ο ήλιος είναι χαμηλά, και να μετακινούμαστε έξω από τους βραχώδεις σχηματισμούς, πάνω στην άμμο, τις ώρες γύρω από το μεσημέρι. Είναι πολύ σημαντικό να μετακινούμε τα δολώματα μας κάθετα, ώστε να εξερευνούμε μεγαλύτερη περιοχή νερών. Όταν ψαρεύουμε με μολύβι φύλακα, αυτή η ενέργεια γίνεται αυτόματα, ενώ με το downrigger ή το monel πρέπει να την προκαλούμε εμείς. Η καλύτερη λύση πάντως είναι να ρίξουμε τουλάχιστον δύο δολώματα, σε διαφορετικά βάθη. Το κυρίαρχο δόλωμα γι' αυτό το αρπακτικό υπήρξε πάντα η ζαργάνα, αλλά τα τελευταία χρόνια παρατηρήθηκε ότι τα μεγάλα μαγιάτικα επιτίθενται με μεγαλύτερη προθυμία σε άλλα, περισσότερο ογκώδη δολώματα, ή σε δολώματα που κεντρίζουν την περιέργεια τους. Ήδη, από καιρό είχαμε παρατηρήσει ότι σ' αυτή την τεχνική το μεγάλο δόλωμα ισοδυναμεί με μεγάλο ψάρι- ο λόγος είναι απλός και πρέπει να αναζητηθεί στη σχέση ανάμεσα στην κατανάλωση ενέργειας και τη διατροφική ικανοποίηση. Πρέπει επίσης να σκεφτούμε ότι τα μαγιάτικα, χάρη στο τεράστιο στόμα τους, δεν προβληματίζονται από το μέγεθος των θηραμάτων τους και γι' αυτό συχνά βρίσκουμε στο στομάχι τους ψάρια με απίστευτο μέγεθος. Απ' αυτό συμπεραίνουμε ότι μερικά δολώματα με γενναιόδωρες διαστάσεις είναι πολύ πιο αποτελεσματικά από μια μεσαία ζαργάνα. Το καλαμάρι και η σουπιά αποτελούν  εξαιρετικά αποτελεσματικά δολώματα, αλλά αν οι διαστάσεις τους είναι μικρές ή μεσαίες γίνονται εύκολα θύματα για ψάρια του ενός μόλις κιλού (Συναγρίδες-Σκαθάρια-Μαγιάτικα). Τα καλαμάρια και οι σουπιές πρέπει να χρησιμοποιούνται μακριά από το βυθό για να μην ακρωτηριάζονται από τα σκαθάρια και τα μεγάλα λυθρίνια. Ένα άλλο δόλωμα εξίσου αποτελεσματικό είναι ο κέφαλος. Όπως είναι γνωστό, προτιμάμε για δόλωμα τους κέφαλους  που πιάνονται στα λιμάνια, αλλά στη συγκεκριμένη περίπτωση, ίσως για το χρώμα τους ή για τη μυρωδιά τους, είναι πολύ πιο αποτελεσματικοί οι κέφαλοι που έχουν πιαστεί από τα βράχια. Ο κέφαλος όταν δολωθεί δεν παράγει πολλές δονήσεις, οπότε είναι απαραίτητο να χρησιμοποιήσουμε μόνο τους πολύ μεγάλους (ακόμη και του κιλού) και να τους ρυμουλκήσουμε πολύ αργά στα μεσόνερα, ώστε να φαίνονται από μακριά. Αλλά και τα μεγάλα μελανούρια μπορούν να γίνουν καλά δολώματα για τα μαγιάτικα. Aλλα ζωντανά δολώματα που έδωσαν εξαιρετικά αποτελέσματα με τα μεγάλα μαγιάτικα, είναι ο Λούτσος, το καρβούνι και τα μεγάλα σαφρίδια. Ψαρεύοντας με μεγάλα ζωντανά δολώματα, πρέπει να προσέξουμε ιδιαίτερα τη στιγμή του καρφώματος. Πολύ συχνά το μαγιάτικο επιτίθεται στο δόλωμα, αλλά μόλις αντιληφθεί την αντίσταση της πετονιάς, το εγκαταλείπει, σκοτώνοντας το ή βγάζοντας το απ' τα αγκίστρια. Ένα σύστημα που έδωσε εξαιρετικά αποτελέσματα είναι να ψαρεύουμε με το καλάμι στο χέρι ή κοιτώντας το συνέχεια έτσι ώστε μόλις αντιληφθούμε το λύγισμα της κορυφής να χαλαρώσουμε λίγο την πετονιά, χαμηλώνοντας συγχρόνως το καλάμι προς την επιφάνεια του νερού, και κατόπιν να καρφώσουμε. Το μαγιάτικο είναι ένα πολύ δυνατό ψάρι και είναι εξαιρετικά δύσκολο να το ελέγξουμε στο πρώτο του φευγιό. Η πιο δύσκολη στιγμή που έχουμε να αντιμετωπίσουμε είναι αμέσως μετά το κάρφωμα. Το μαγιάτικο, μόλις καταλάβει το αγκίστρι, διστάζει για λίγα δευτερόλεπτα και αμέσως μετά ξεκινάει το πρώτο δυνατό, γρήγορο και ακαταμάχητο φευγιό. Σε οποιαδήποτε θέση κι αν βρίσκεται σε σχέση με τον βυθό, η πρώτη του κίνηση είναι να καταφύγει ανάμεσα στα βράχια και να προσπαθήσει να απελευθερωθεί από το αγκίστρι τρίβοντας πάνω τους το ρύγχος του. Αν το κάρφωμα συνέβη στην περιφέρεια μιας ξέρας, τα προβλήματα που ανακύπτουν από το πρώτο φευγιό μπορούν να λυθούν τραβώντας σιγά-σιγά το ψάρι μακριά από αυτήν ώστε να συνεχίσουμε το πάλεμα σε βαθιά νερά και πάνω από μέρη που δεν έχουν βράχια. Αν, αντίθετα, το ψάρι έχει καρφωθεί πάνω στην ξέρα, τα προβλήματα παρουσιάζονται αμέσως και πρέπει να τα αντιμετωπίσουμε με ψυχραιμία και αποφασιστικότητα. Σ' αυτή την περίπτωση το ψάρι δεν χάνει χρόνο και αμέσως, μετά τους αρχικούς του ενδοιασμούς, κατευθύνεται αποφασιστικά προς τα βράχια. Ένα από τα συστήματα που χρησιμοποιούνται περισσότερο για μη  κόψει το ψάρι την πετονιά, είναι να χαλαρώσουμε τα φρένα του μηχανισμού, ώστε να μην αισθάνεται υπερβολικά περιορισμένο, και να προχωρήσουμε σιγά-σιγά με το σκάφος προς την κατεύθυνση του. Με αυτό τον τρόπο προσπαθούμε να φτάσουμε ακριβώς πάνω από το μαγιάτικο, ώστε να το τραβάμε κάθετα προς τα πάνω. Έτσι, ακόμη κι αν προσπαθήσει να βραχώσει, το παράμαλλο θα είναι σε κατακόρυφη θέση και θα τρίβεται λιγότερο στα βράχια. Αμέσως, μόλις δείξει ότι σταματάει το ψάρι, πρέπει να το ξεκολλήσουμε από τον βυθό τραβώντας το με δύναμη. Σ' αυτό το σημείο αρχίζει πραγματικά το πάλεμα, που χαρακτηρίζεται από μαζέματα της πετονιάς και ανεξέλεγκτα φευγιά του ψαριού. Είναι πολύ σημαντικό να προσπαθήσουμε με το σκάφος να το τραβήξουμε έξω από την ξέρα, σε πιο βαθιά νερά, ώστε να μην μπορέσει να κόψει το παράμαλλο πάνω σε κάποιο βράχο. Όπως και να 'χει, πρέπει πάντα να θυμόμαστε ότι η αναμέτρηση με τα μεγάλα μαγιάτικα είναι μία από τις πιο υψηλές εκφράσεις του ερασιτεχνικού ψαρέματος και αυτά τα ψάρια αξίζουν πάντα τον απεριόριστο σεβασμό μας. 
Η Συναγρίδα :
Για τους οπαδούς της συρτής με ζωντανό, η αρχή του φθινοπώρου σημαίνει την έναρξη των... ψαρεμάτων! Η θάλασσα ήρεμη και γαλήνια χωρίς τους εκδρομείς του καλοκαιριού . Το φθινόπωρο, άλλωστε, μπορούμε να προμηθευτούμε με ευκολία πολλά ζωντανά δολώματα για να ψαρέψουμε τα περισσότερα αρπακτικά. Ανάμεσα στα ψάρια που βρίσκονται στα νερά μας, η συναγρίδα αποτελεί έναν από τους πιο επιθυμητούς στόχους. Είναι ένα ψάρι καχύποπτο, με παράξενη συμπεριφορά, πολύ όμορφο και εξαιρετικά νόστιμο. Tο γεγονός ότι δεν προβάλλει μεγάλη αντίσταση, μας επιτρέπει να το ψαρέψουμε με υπέρ-ελαφρύ εξοπλισμό, αυξάνοντας έτσι τη συγκίνηση του ψαρέματος. Το μολύβι-φύλακας είναι το καλύτερο σύστημα βύθισης για τη σύλληψη τις. Με αυτό το σύστημα μπορούμε να νιώσουμε ξεκάθαρα το τσίμπημα του ψαριού με το καλάμι στο χέρι, και να καρφώσουμε τη στιγμή που πρέπει, νιώθοντας το ψάρι στο καλάμι μας από την πρώτη στιγμή. Το πρώτο πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε, είναι πώς να κάνουμε τα δολώματά μας να φτάσουν σε βάθος 30-50 μέτρων χρησιμοποιώντας όσο το δυνατόν πιο ελαφριά μολύβια, για να έχουμε μεγαλύτερη ευαισθησία και να μην πονηρευτεί το ψάρι τη στιγμή που επιτίθεται στο δόλωμα. Για να το πετύχουμε αυτό, στην αρχή περιορίζουμε  την διάμετρο της πετονιάς, προσπαθώντας να ελαττώσουμε όσο γίνεται περισσότερο την υδροδυναμική τριβή της πετονιάς στο νερό. Καλό λοιπόν είναι να χρησιμοποιούμαι  πολύ λεπτές πετονιές (0,30-0,35), με πολύ μικρή ταχύτητα του σκάφους, γύρω στον έναν κόμβο. Θα πρέπει να χρησιμοποιήσουμε μολύβια γύρω στα  350-400 γραμμάρια, και καλάμια 12-20 λίμπρες, για να μην λυγίζουν υπερβολικά από την τριβή της πετονιάς και του μολυβιού. Η είσοδος των νημάτων όμως, έφερε επανάσταση σε αυτή την τεχνική, εφοδιάζοντάς μας με μάνες που παρουσιάζουν εκπληκτικές ικανότητες. Τα νήματα τελευταίας γενιάς, μας εξασφαλίζουν πολύ μικρή διάμετρο σε σχέση με την αντοχή τους, και τέλεια έλλειψη ελαστικότητας, που μας επιτρέπει να αντιλαμβανόμαστε άμεσα τα τσιμπήματα  του ψαριού για  να το  καρφώνουμε γρήγορα και άμεσα. Με νήμα 12-20 λιμπρών, μπορούμε να φτάσουμε στα βάθη που ζουν οι συναγρίδες χρησιμοποιώντας μολύβια 150-250 γραμμαρίων, διαθέτοντας ακόμη αρκετό περιθώριο αντοχής της μάνας. Είναι φανερό ότι αν βρεθούμε σε περιοχή όπου συχνάζουν μεγάλες συναγρίδες, θα χρειαστεί να βάλουμε μάνα 30 λιμπρών και να αυξήσουμε το βάρος των μολυβιών στα 300 γραμμάρια. Είναι απαραίτητο να ξέρουμε πού θα βρούμε τα ψάρια, συνήθως συχνάζουν  στις απότομες πλαγιές, που πέφτουν σε λασπώδεις βυθούς. Ένα από τα μικρά μυστικά στο ψάρεμα της συναγρίδας, είναι η επιμονή.  Πολλοί, μετά από μερικά περάσματα πάνω σε μια ξέρα χωρίς τσιμπήματα, αλλάζουν περιοχή ή σταματάνε να ψαρεύουν. Μπορεί τα μαγιάτικα, που βρίσκονται στην περιοχή να επιτίθενται αμέσως, αλλά με την συναγρίδα είναι εντελώς διαφορετικά αφού αυτό το αρπαχτικό δεν κυνηγάει συνέχεια. Είναι λοιπόν απαραίτητο να επιμείνουμε μέχρι τέλους, ιδίως αν είμαστε απόλυτα σίγουροι για το μέρος που επιλέξαμε. Ένας άλλος σημαντικός  παράγοντας, είναι το δόλωμα. Η συναγρίδα δύσκολα θα αδιαφορήσει σε μια σουπιά ή σε ένα καλαμάρι, δεν ισχύει το ίδιο με τα άλλα δολώματα. Συχνά, αλλάζοντας δόλωμα, μπορεί να έχουμε μεγαλύτερες πιθανότητες επιτυχίας..... Η επίθεση της φαίνεται από μικρά ξερά χτυπήματα , που μόλις τα αντιληφθούμε πρέπει να πιάσουμε το καλάμι και να το χαμηλώσουμε προς το νερό για να καρφώσουμε δυνατά. Μόλις η συναγρίδα  καρφωθεί τραβάει προς τον βυθό αλλά δύσκολα κατορθώνει να κόψει την πετονιά . Μπορεί όμως να βραχόσει  σ' αυτή την περίπτωση θα πρέπει  να κινηθούμε με το σκάφος κατακόρυφα με το ψάρι για να μπορέσουμε να το φέρουμε κοντά στην απόχη μας. Τα καλύτερα δολώματα για την συναγρίδα είναι το ζωντανό καλαμάρι η σουπιά.
Ροφός :
αυτό το ψάρι έχει αναπτύξει μια ιδιαίτερη τεχνική για να τρέφεται , εντελώς κρυμμένο μέσα σε μια εσοχή η στην φωλιά του περιμένει με υπομονή να περάσει ένα ψάρι  σε μικρή απόσταση από τα σαγόνια του και να ανοίξει διάπλατα το στόμα του ρουφώντας κυριολεκτικά το θήραμα του στο εσωτερικό αποφεύγοντας περεταίρω προσπάθειες . Η διατροφή του περιλαμβάνει πολλά είδη ψαριών και οστρακοειδών  αλλά η αγαπημένη του τροφή είναι φυσικά τα μαλάκια όπως το χταπόδι καλαμάρι η σουπιά ειδικά το χταπόδι το κυνηγάει με ένα ιδιαίτερο τρόπο γνωρίζοντας ότι θα έφευγε ηττημένος σε μια ανοιχτή θάλασσα. Αναγκάζει το μαλάκιο να βρει ένα καταφύγιο σε κάποιο βράχο και αφού αποκλείσει την οδό διαφυγής αρχίζει να τρώει όλα τα πλοκάμια μέχρι αυτό να μην έχει πουθενά να γαντζωθεί  . στο καλαμάρι η σε ένα ψάρι , αντίθετα που μας ενδιαφέρει εμάς ποιο πολύ θα πρέπει να περάσει τυχαία μπρός από την τρύπα του για να έχουμε την τύχη να τον έχουμε στο καλάμι μας. Ο ερασιτέχνης ψαράς πολύ δύσκολα θα καταλάβει το τσίμπημα του ροφού ώστε να εκμεταλλευτεί εκείνα τα ελάχιστα δευτερόλεπτα που χρειάζονται για να τον κάνει να βγει από την φωλιά . αν προλάβει να χωθεί στην τρύπα του είναι ουσιαστικά αδύνατο να κερδίσουμε την μάχη. Αν μας δώσει όμως την ευκαιρία θα πρέπει να μαζέψουμε πολύ γρήγορα και με ισχυρά φρένα ώστε να μπορέσουμε να τον απομακρύνουμε και το ψάρι να απομακρυνθεί  με τινάγματα στα ανοιχτά νερά , τότε σίγουρα θα τον φέρουμε κοντά μας μια και η επίθεση του είναι πολύ δυναμική τόσο που θα έχει καρφωθεί πολύ γερά στο αγκίστρι μας και δύσκολα θα ξεψαρίσει .
Για Στήρες και Σφυρίδες με συρτή βυθού
Η βαθιά συρτή μας ευχαριστεί ιδιαίτερα προπαντός  αν πετύχουμε τη μέρα  που θα μας δώσει καλά ψάρια.Φαίνεται ότι η εποχή που το ψάρεμα με συρτή βυθού που ήταν κτήμα των ολίγων πέρασε .Το μυστήριο που καλυπτόταν για χρόνια πάνω στην τεχνική αυτού του ψαρέματος διαλύθηκε με την εμφάνιση των ηλεκτρικών μηχανισμών συρτής. Σήμερα αρκεί κάποιος να διαθέτει ένα σκάφος η μια απλή ψαρόβαρκα και το απαιτούμενο ποσό για την αγορά του εξοπλισμού και όλα μεταμορφώνονται σε μια απλή υπόθεση. Η συρτή βυθού είναι μία ιδιαίτερα αποδοτική τεχνική, με μεγάλα αρπακτικά θηράματα όπως  στήρες , σφυρίδες, ροφοί, συναγρίδες  και  άλλα  ζηλευτά ψάρια, ικανά να συγκινήσουν και τον πιο έμπειρο ερασιτέχνη ψαρά. Μέχρι πρόσφατα, η τεχνική αυτή ήταν προνόμιο λίγων, πολύ έμπειρων ερασιτεχνών ψαράδων, τώρα εύκολα μπορεί να φτάσει κάποιος στο ποθητό αποτέλεσμα. Ο ηλεκτρικός μηχανισμός που χρησιμοποιείται στη συρτή βυθού είναι μία παραλλαγή του μηχανισμού βαθιάς καθετής, ο οποίος έχει τροποποιηθεί για να ανταποκριθεί στις ανάγκες της τεχνικής αυτής. Η σχέση των γραναζιών έχει αλλάξει, ώστε ο ρυθμός ανεβάσματος να είναι πιο αργός η έχει τοποθετηθεί ρεοστάτης  ( για αυτόματο ρύθμισμα ταχύτητας ) για να μην ξεψαρίζουν τα ψάρια, και ο άξονας έχει επιμηκυνθεί ώστε να παίρνει πιο μεγάλη καρούλα στην οποία τυλίγονται τα 300 περίπου μέτρα του νήματος, πάνω στο οποίο είναι μονίμως δεμένα τα 25-30 ειδικά μολύβια της συρτής. Η διαφορά με την κλασική συρτή είναι ότι ο μηχανισμός αναλαμβάνει το κράτημα της συρτής, κατά τη διάρκεια του ψαρέματος, και το μάζεμα της όταν πιαστεί κάποιο ψάρι ή όποτε θέλουμε να ελέγξουμε το τεχνητό δόλωμα. Και το πιο σημαντικό, το μάζεμα τού νήματος και των μολυβιών γίνεται νοικοκυρεμένα στην καρούλα του μηχανισμού, χωρίς μπερδέματα και μπλεξίματα. Ο μηχανισμός πρέπει να διαθέτει διακόπτη δύο ταχυτήτων καθώς και συμπλέκτη ώστε να πατινάρει όταν υπάρχει μεγάλη αντίσταση από το τράβηγμα κάποιου μεγάλου ψαριού ή πιάσιμο της συρτής στο βυθό, και να μην σπάει το παράμαλλο της αρματωσιάς μας φαινόμενο που συμβαίνει  ακόμα και στους πολύ έμπειρους. Στην καρούλα του μηχανισμού τυλίγεται το νήμα πάνω στο οποίο είναι δεμένα τα μολύβια βάρους 160 περίπου γραμμαρίων το καθένα, τα οποία, χάρη του υδροδυναμικού σχήματος τους, παρουσιάζουν μικρή αντίσταση στο νερό, πράγμα που διευκολύνει το κράτημα της συρτής με το χέρι.  Είναι χαρακτηριστικό ότι είναι εύκολο να κρατάει κάποιος τη συρτή στο χέρι του ακόμα και όταν βρίσκονται μέσα στο νερό 20-25 μολύβια, πράγμα πολύ δύσκολο με τα παλιά μολύβια με το σύρμα, που παρουσιάζουν μεγάλη αντίσταση στο νερό. Το νήμα στο οποίο θα δέσουμε τα μολύβια πρέπει να είναι ιδιαίτερα ανθεκτικό και διαμέτρου 1,5-2 χιλιοστών, ώστε να μην παρουσιάζει μεγάλη αντίσταση στο νερό αλλά να μας δίνει τη δυνατότητα να μαζέψουμε τη συρτή με το χέρι. Το νήμα κόβεται σε κομμάτια με μήκος 5 οργιές περίπου, και στις άκρες τους δένονται τα μολύβια από τα καμπύλα σύρματα που προεξέχουν στα δύο άκρα των μολυβιών. Τα τελευταία πέντε μολύβια θα τα δέσουμε με πετονιά μεγάλης διαμέτρου και στη συνέχεια θα προσθέσουμε στη συρτή μας ένα μικρό μολύβι 90 γραμμαρίων και το παράμαλλο πάνω στο οποίο θα προσαρμόσουμε το τεχνητό δόλωμα. Πρέπει να σημειώσουμε εδώ ότι πριν από το δέσιμο τους στη συρτή, τα μολύβια πρέπει να αριθμηθούν από το Ι έως το 30 - αν τοποθετήσουμε τριάντα μολύβια στη συρτή μας- ώστε με μια ματιά στο μολύβι που κρατάμε στο χέρι μας, να γνωρίζουμε ανά πάσα στιγμή πόσα μολύβια της συρτής βρίσκονται μέσα στο νερό. Αυτό είναι πολύ σημαντικό, γιατί ανάλογα με το βάθος αφήνουμε μέσα στο νερό τον απαιτούμενο αριθμό μολυβιών, ώστε το τεχνητό δόλωμα μας να κινείται 1 με 2 οργιές πάνω από το βυθό. Για να γνωρίζουμε το βάθος στο οποίο κινούμεθα κάθε φορά πρέπει να έχουμε εφοδιάσει το σκάφος μας με ένα καλό βυθόμετροοι ενδείξεις του οποίου θα μας καθοδηγούν συνεχώς ώστε να αυξομειώνουμε ανάλογα τον αριθμό των μολυβιών που έχουμε στο νερό. Αρκεί, κάθε φορά που αλλάζει η ένδειξη να διαιρούμε το βάθος διά δύο και αυτομάτως γνωρίζουμε πόσα μολύβια πρέπει να έχουμε στο νερό, όταν κινούμεθα με ταχύτητα  3-3,5 κόμβων. Πολύ χρήσιμο είναι και ένα χαρτογραφικό GPS, στην οθόνη του οποίου αποτυπώνεται η πορεία του σκάφους μας, ώστε να γνωρίζουμε ποια κομμάτια του βυθού έχουμε περάσει με τη συρτή μας. Πολλά από αυτά τα GPS έχουν τη δυνατότητα αποθήκευσης των πορειών που έχουμε κάνει, δίνοντας τη δυνατότητα να αρχειοθετούμε τα ψαρέματα μας. Θα πρέπει να γνωρίζουμε επίσης ότι η συρτή στην οποία αναφερόμαστε θα πρέπει να αποφεύγουμε τους απότομους βυθούς με αυξομειώσεις του βάθους, γιατί δεν είναι δυνατόν να αυξομειώνουμε τόσο γρήγορα το βάθος στο οποίο κινείται η αρματωσιά μας. Οι καλύτερες λοιπόν περιοχές είναι αυτές με σχετικά ομαλό βυθό, όπου οι αυξομειώσεις βάθους γίνονται ομαλά δίνοντας μας το χρόνο να μαζέψουμε η να αφήσουμε τον απαιτούμενο αριθμό μολυβιών χωρίς να διακινδυνεύουμε τα τεχνητά μας δολώματα. Πηγαίνοντας για ψάρεμα Όλες οι τεχνικές ακόμα και οι πιο απλές έχουν τα δικά τους μυστικά & χειρισμούς που αποκτώνται με την εμπειρία.Ας μπούμε λοιπόν στο σκάφος μας για να κινηθούμε μαζί προς τον ψαρότοπο για το πρώτο ψάρεμά μας με την συρτή βυθού. Φτάνοντας στον ψαρότοπο,  τοποθετούμε τον μηχανισμό στην ειδική βάση, θα τον συνδέσουμε στην πρίζα η στην μπαταρία αν έχουμε ακροδέκτες και στη συνέχεια θα συνδέσουμε στο παράμαλλο μας το τεχνητό δόλωμα που θα χρησιμοποιήσουμε. Με το βυθόμετρο να καταγράφει συνεχώς το βάθος και τη μορφολογία του βυθού, αρχίζουμε να κινούμε το σκάφος με ταχύτητα 3-3,5 κόμβων και αφού ξεσφίξουμε τα φρένα της καρούλας τόσο ώστε να γυρίζει σχετικά εύκολα, αρχίζουμε να αφήνουμε πίσω μας τη συρτή. Πρώτα το τεχνητό δόλωμα και το παράμαλλο, μετά το μικρό μολύβι με τα στριφτάρια, και στη συνέχεια τα αριθμημένα μολύβια. Θα προσέξουμε ώστε η συρτή μας να πέφτει αργά στο νερό και να απλώνεται κανονικά πίσω από το σκάφος, για να μην καθίσουν στο βυθό το τεχνητό δόλωμα και τα μολύβια. Το βυθόμετρο μας δείχνει τώρα 32 μέτρα βάθος   και θα σταματήσουμε το κατέβασμα των μολυβιών, σφίγγοντας τα φρένα του μηχανισμού, σε αυτό που γράφει τον αριθμό 16, αφού έχουμε διαιρέσει την ένδειξη του βυθομέτρου διά δύο. Τώρα, το ψαράκι μας κινείται πάνω από το βυθό, προσελκύοντας με τις δονήσεις του τα αρπακτικά που ενεδρεύουν κρυμμένα ανάμεσα στις πέτρες και στις σχισμές του βυθού. Αν θέλουμε μπορούμε να κρατήσουμε στο χέρι τη συρτή μας από το μολύβι, ή να την αφήσουμε ελεύθερη αφού ο μηχανισμός μπορεί να ανταποκριθεί μέσω του συμπλέκτη, στο χτύπημα ενός ψαριού. Η ένδειξη βάθους στην οθόνη του βυθόμετρου αρχίζει να μειώνεται ξαφνικά. Τριάντα τρία, τριάντα , 28 μέτρα . Έχουμε αρχίσει να ανεβαίνουμε κάποια ξέρα. Γνωρίζοντας ότι η αρματωσιά μας βρίσκεται πολύ πίσω από το σκάφος μας -το μήκος της συρτής που έχουμε αφήσει είναι περίπου 200 μέτρα- αρχίζουμε να μαζεύουμε τη συρτή μας φροντίζοντας να τυλίγεται σωστά το νήμα και οδηγώντας τα μολύβια στην αριστερή πλευρά της κορούλας, ώστε να μην εμποδίζουν αργότερα το ομαλό ξετύλιγμα του νήματος.  Οι αυξομειώσεις του βάθους είναι απότομες και ξαφνικά νιώθουμε ένα απότομο τράβηγμα στη συρτή. Κατεβάζουμε το διακόπτη του μηχανισμού ώστε να αρχίσει να μαζεύει στην αργή ταχύτητα, και στρέφουμε αργά την πλώρη του σκάφους προς τα ανοιχτά διαγράφοντας μια πολύ ανοιχτή στροφή για να μην καθίσει η συρτή μας και βρει στο βυθό. Ο μηχανισμός μαζεύει ένα ένα τα μολύβια φροντίζοντας το μάζεμα όπως αναφέραμε ,και σε λίγο εμφανίζεται η πετονιά της αρματωσιάς μας. Λίγα μέτρα ακόμα, και στην επιφάνεια του νερού, πίσω από το σκάφος, βλέπουμε την αναταραχή που προκαλεί το τεχνητό δόλωμα. Κάτι είναι πάνω !
Απογοήτευση: Το ψαράκι μας μόλις διακρίνεται μέσα σε μια τεράστια τούφα φυκιών!
Το πέρασμα πάνω από την ξέρα είχε σαν αποτέλεσμα να βρει σε κάποιο βράχο το ψαράκι μας και να φορτωθεί με φύκια. Αν δεν είχαμε αντιληφθεί το χτύπημα του δολώματος μας και συνεχίζαμε να τραβάμε τη συρτή μας με το τεχνητό δόλωμα φορτωμένο με φύκια θα ψαρέυαμε άσκοπα. Γι' αυτό επιβάλλεται να σηκώνουμε τη συρτή μας κάθε τόσο, με τη γρήγορη ταχύτητα του μηχανισμού, και να ελέγχουμε αν το δόλωμα μας είναι καθαρό και δουλεύει σωστά. Αφού καθαρίσουμε το ψαράκι μας, το αφήνουμε στο νερό και κατεβάζουμε πάλι τη συρτή μας με τον τρόπο που το κάναμε προηγουμένως, και θα συνεχίσουμε την πορεία μας παρακάμπτοντας την ξέρα και περνώντας από την αποχή της, Οι ώρες περνάνε αργά, με συνεχή ανεβοκατεβάσματα της συρτής, η υπομονή μας όμως θα ανταμειφθεί , το γεγονός συμβαίνει. Ένα απότομο κόλλημα της συρτής μάς τραβάει πίσω το χέρι και για λίγα δευτερόλεπτα νιώθουμε σαν να έχουμε ξεκολλήσει ένα κομμάτι του βυθού και το τραβάμε πίσω από το σκάφος. Τα χάνουμε... Είναι το πρώτο μας ψάρι ή φέρνουμε πάλι καμιά τούφα φυκιών; Μια βαρύγδουπη κίνηση στην άλλη άκρη της συρτής και η αδρεναλίνη χτυπάει κόκκινο. Το ψάρι είναι πάνω. Ώρα να  ηρεμήσουμε και να κάνουμε όσα είπαμε παραπάνω. Στρέφουμε το σκάφος αργά προς τα ανοιχτά και βάζουμε μπροστά  τον  μηχανισμό  ελαττώνοντας συγχρόνως λίγο την ταχύτητα του σκάφους. Φροντίζουμε η θέση του σκάφους να είναι σχεδόν παράλληλη με τη συρτή και τυλίγουμε προσεκτικά τοποθετώντας τα μολύβια στην αριστερή μεριά της κορούλας. Όταν η αρματωσιά μας πλησιάζει κοντά στην επιφάνεια στρέφουμε το σκάφος ώστε να μπορέσουμε να μαζέψουμε με το χέρι τα τελευταία μέτρα της συρτής από το πλάι του σκάφους και να ανεβάσουμε το ψάρι, χρησιμοποιώντας τον γάντζο, ο οποίος πρέπει να υπάρχει απαραιτήτως στο σκάφος όταν κάνουμε συρτή βυθού. Να θυμάστε ότι δεν πρέπει ποτέ να σηκώσουμε το ψάρι πιάνοντας το τεχνητό δόλωμα.
Τώρα, μέσα στο σκάφος βρίσκεται ένα όμορφο ψάρι το πρώτο σας ψάρι, και σεις, που δεν νιώθετε πια τόσο μόνος, δεν ξέρετε πώς να εκδηλώσετε τον ενθουσιασμό σας, έχοντας πλέον καταλάβει ότι με αυτή την τεχνική θα έχετε πολλές τέτοιες συγκινήσεις . Μην ξεχνάτε όμως φίλοι μου ότι η υπομονή ανταμείβεται με καλές επιτυχίες.
Η συρτή στη θάλασσα
Άλλα ψάρια επιφάνειας που μπορούν να πιαστούν με τι συρτή, ή με την καθετή που «επιπλέει» απ'τη βάρκα, καθώς κα με εξακοντισμό, είναι οι βλάχοι, που τους συναντά κανείς συχνά κρυμμένους σε κάσες ή άλλα αντικείμενα που επιπλέουν στη θάλασσα. Πλέοντας λίγο προς τα ανοιχτά, σε απόσταση  6-7 μιλίων απ' την ακτή, συναντάμε στη γραμμή των πλοίων αυτά τα «λείψανα», τις κάσες και τα διάφορα επιπλέοντα  αντικείμενα που όταν βρίσκονται στη θάλασσα λίγο καιρό προσφέρουν καταφύγιο στους γκρίζους βράχους μικρών διαστάσεων. Αυτά τα ψάρια φτάνουν σε εξαιρετικές περιπτώσεις το βάρος των δύο κιλών. Συνήθως ζυγίζουν 300 ή 500 γραμμάρια, αλλά είναι πολύ ενδιαφέροντα στο ψάρεμα, επειδή μπορούν να πιαστούν πολλά μαζί σε κίνηση. Υπάρχουν ημέρες που αυτά τα ψάρια δεν τσιμπούν καθόλου, ούτε στο φυσικό δόλωμα που τους προσφέρεται από ακίνητη βάρκα (που μπορεί να δώσει το μεγαλύτερο αριθμό ψαριών), ούτε στα συρόμενα δολώματα. Αλλες μέρες αυτά τα ψάρια είναι εξαιρετικά λαίμαργα και επιτίθενται σε οποιοδήποτε δόλωμα. Εξαιρετικά διασκεδαστικό είναι το ψάρεμα με καλάμι εξακοντισμού, από μια κάποια απόσταση απ' το «λείψανο» που προστατεύει τα ψάρια, με τρόπο ώστε να αποφύγουμε την περίπτωση που θα εγκαταλείπουν την κρυψώνα τους. για να κρυφτούν κάτω απ' το πλεούμενο, πράγμα που κάνει πιο δύσκολο το πιάσιμο τους. "Ένας βλάχος δυο κιλών προβάλλει σημαντική αντίσταση σε σχέση με τα ελαφρά εργαλεία, που πρέπει να χρησιμοποιούνται σ' αυτού του είδους το ψάρεμα. Συχνά το ψάρεμα των βλάχων μπορεί να κάνει ευχάριστη μια ημέρα, με άδικο ψάξιμο για τόνους. Άλλες φορές, πρέπει να το αναγνωρίσουμε, μπορεί να μας αποτρέψει απ' τις δυνατότητες να τους συναντήσουμε.Η εξέλιξη και διάδοση των μέσων μηχανοκίνητης ναυσιπλοΐας που έχει παρατηρηθεί τα τελευταία χρόνια, Καθόρισαν σε πολλά μέρη της γης ένα ενδιαφέρον για το ψάρεμα και ιδιαίτερα για το ψάρεμα της συρτής . Το μεγαλύτερο μέρος των ερασιτεχνών ψαράδων στα εσωτερικά νερά της Ευρώπης λόγου χάρη συνηθισμένη στο ψιλό ψάρεμα αγνοούσαν μέχρι πριν από λίγο της δυνατότητες που προσφέρει η θάλασσα και τη μεγάλη ποικιλία από μεθόδους και τεχνικές. Πολύς κόσμος από μη παραθαλάσσια μέρη πριν από 15 χρόνια θεωρούσε τις καλοκαιρινές διακοπές στη θάλασσα σαν μια ανιαρή παρένθεση η σαν καθήκον που έπρεπε να κάνουνε στην οικογένεια τους. Η δυνατότητα να χαρούμε τη θάλασσα με τόσες φθηνές και σίγουρες κατασκευαστικές λύσεις φουσκωτά συμβατικά και πολυεστερικές βάρκες αύξησε τους ψαράδες σε μεγάλο αριθμό και τους έκανε λάτρεις του υγρού στοιχείου. Από τις μεθόδους ψαρέματος της συρτής ορισμένες είναι εφικτές και σε ανθρώπους με μέτριες οικονομικές δυνατότητες. Η διάδοση των μικρών πλεούμενων για παράκτια ναυσιπλοΐα συνέτειναν ώστε ένα μεγάλο μέρος ερασιτεχνών να ασχοληθούν με τη συρτή. Αυτή η μέθοδος ψαρέματος διαδομένη περισσότερο στην Ευρώπη κατά τη γνώμη μου παρουσιάζει σημαντικά αβαντάζ από πολλές απόψεις. Η παράκτια ναυσιπλοΐα αποτελεί ήδη από μόνη της μια ευχαρίστηση που μπορούν να γευτούν και όση συνοδεύουν το ψαρά και δεν ενδιαφέρονται καθόλου για το ψάρεμα , τουλάχιστον μέχρι να πιαστούν τα πρώτα ψάρια. Σε μια φουσκωτή βάρκα σε μία μικρή πλαστική η σε οποιοδήποτε πλεούμενο μπορεί να πάρει μαζί του ο ψαράς , την αρραβωνιαστικιά του τη φίλη του την παρέα του η οποιοδήποτε που θέλει, χωρίς αυτοί να βαρεθούν και μάλιστα με την πιθανότητα να ενδιαφερθούν για το ψάρεμα. Σέρνοντας σε απόσταση λίγων μέτρων από την πρύμνη της βάρκας τα φτερά η τα κουταλάκια (ψεύτικα ψαράκια)που αποσκοπούν να προσελκύσουν τα παράκτια ψάρια όπως τη συναγρίδα την τσιπούρα δεν εμποδίζει της ευχάριστες περιπλανήσεις. Οι δυνατότητες να πιαστούν ψάρια με ένα συρόμενο δόλωμα αποδεικνύονται σχεδόν πάντα από ένα τυχαίο γεγονός. Κάποιος που έχει διαβάσει η έχει ακούσει από άλλους πως μπορούν να πιαστούν ψάρια με αυτό τον τρόπο κάνει το πρώτο πείραμα και όταν πετύχει αμέσως η είδηση μεταδίδεται και γίνεται κοινό ενδιαφέρον για την περιοχή. Έτσι σε μικρό χρονικό διάστημα ο αριθμός αυτών που ψαρεύουν με συρτή γίνεται όλο και μεγαλύτερος. Μια από τις πιο διαδιδόμενες μεθόδους με μικρές βάρκες είναι η συρτή βυθού. Αυτή αποτελείται από μια ορμιά 50-60 .εξοπλισμένη με βαρίδια που είναι διασκορπισμένα  σε ένα ορισμένο διάστημα ξεκινώντας από την άκρη με τρόπο .ώστε το σύνολο της ορμιάς να είναι δυνατό να σέρνεται στο κατάλληλο βάθος το δόλωμα στερεωμένο στο παράμαλλο που έχει ένα γερό στριφτάρι αποτελείται από ένα φτερό ,ένα κουταλάκι, ένα τεχνητό ψαράκι η ζωντανό που συνήθως έχει και τα καλύτερα αποτελέσματα. Οι εμπειρίες αυτού του είδος ψαρέματος είναι πολύ διαφορετικές και εξαιρετικά πιο σύνθετες από αυτές που χαρακτηρίζουν τις συρτές από την ακτή που είναι παρόμοιο σύστημα και γίνεται με το να πετούν το τεχνητό δόλωμα και να το επαναφέρουν συνεχώς. Σε ορισμένα μέρη το κουταλάκι είναι ένα από τα πιο αποτελεσματικά δολώματα. Σε άλλα μέρη πηγαίνει καλύτερα ένα φτερό άσπρου χρώματος η πορτοκαλί και σε άλλα το ζωντανό φυσικό ψάρι αγκιστρωμένο με διάφορους τρόπους είναι το μόνο πιο αποτελεσματικό δόλωμα για να πιάσουμε συναγρίδες και μανάλια σε βάθος. Το ψάρεμα με τη συρτή βυθού είναι σε ορισμένα μέρη της Ευρώπης το πιο διαδομένο. Προϋποθέτει μια ακριβή γνώσει των χαρακτηριστικών του βυθού των ρευμάτων και του χαντακιών όπου συχνάζουν τα ψάρια. Μόνο με την ακριβή γνώση αυτών των στοιχείων ο ψαράς μπορεί να ελπίζει στη επιτυχία. Επειδή συνήθως ιδιαίτερα στις πλούσιες σε βράχους περιοχές ο βυθός έχει ποικιλία στην μορφή , αρκεί ένα λανθασμένο πέρασμα από μερικά μέτρα απόσταση η από μερικά εκατοστά  ύψους για να παραμείνει απόλυτα στείρα η κάθε προσπάθεια να πιαστούν συναγρίδες η άλλα ψάρια που επιδιώκουμε με αυτή την μέθοδο. Η προϋπόθεση της επιτυχίας λοιπόν συνεπώς καθορίζεται από την ανάγκη να γίνουν πολλές προσπάθειες για να μελετήσουμε τα χαρακτηριστικά της περιοχής. Όταν καθορίσουμε το βάθος και της γραμμές που θα περάσουμε τότε έχει γίνει το κυριότερο μέρος της δουλειάς η επιτυχία τότε θα εξαρτάται με τυχαία γεγονότα. Πράγματι όπου πιάνονται συναγρίδες σε 15-20 μέτρα βάθος και σε απόσταση 15-20-30 μέτρα από την ακτή εκεί θα πιάνονται συνεχώς συναγρίδες σε μικρότερο η μεγαλύτερο μέγεθος και σίγουρα σε ικανοποιητικό αριθμό. Φυσικά ο καλός ψαράς δεν πρέπει να περιοριστή να εντοπίσει μια μόνο περιοχή ψαρέματος αλλά πρέπει να αναζητεί συνεχώς νέες τοποθεσίες που μπορεί να αποτελούν ρεζέρβες σε σχέση με κείνες που έχουν περισσότερα ψάρια. Η επιτυχία σε περιοχές που δεν έχουν γίνει ακόμα γνωστές θα χαμογελάσει σε αυτόν που υπομονετικά θα έχει βρει. Ένα άλλο στοιχείο που θα έρθει η επιτυχία είναι η σωστή ταχύτητα  της βάρκας. Και για ότι αφορά αυτό το στοιχείο είναι αναγκαίο να προχωρά κανείς με δοκιμαστικές προσπάθειες που εξάλλου είναι διασκεδαστικές κι ευχάριστες οι οποίες αν θα γίνουν με ορθολογικό τρόπο κι εξυπνάδα θα εξασφαλίσουν την επιτυχία. Όλα αυτά μπορεί να φαίνονται κοπιαστικά στην πραγματικότητα όμως δεν είναι τόσο πολύ , ιδιαίτερα για όσους έχουν πραγματική αγάπη για τη θάλασσα. Ένα δόλωμα που σέρνεται στο βυθό λίγα εκατοστά πάνω από το βυθό σε μια βραχώδη περιοχή έχει πολλές πιθανότητες επιτυχίας αν γίνεται με ταχύτητα 2-3 μιλίων την ώρα δηλαδή περίπου 5-6 χιλιόμετρα την ώρα. Πάντα σύμφωνα με την εμπειρία μου. Το καλύτερο δόλωμα για μένα είναι η ζαργάνα που αγκιστρώνεται από την ράχη και σέρνεται πολύ αργά. Η ζαργάνα είναι επίσης από τα καλύτερα δολώματα για τα μαγιάτικα και για τους τόνους στις μεγάλες συρτές. Δεν είναι εύκολο να περιγράψουμε ποιοι θα είναι οι καλύτεροι τρόποι για να σύρουμε το ζωντανό ψάρι στη θάλασσα έτσι ώστε να γίνεται δελεαστικό για το αρπακτικό ψάρι. Μπορώ μόνο να εκφράσω την γνώμη μου ότι το ζωντανό ψάρι όσο πιο αργά σέρνεται τόσο πιο δελεαστικό γίνεται. Η πετονιά αν θέλουμε να πιάσουμε ζαργάνες η μελανούρια αποτελείται  από μια πετονιά διαμέτρου 30-50. Σε αυτή την πετονιά δένουμε ένα παράμαλλο 1-2 μέτρα  με μικρότερη διάμετρο πάνω σε στριφτάρι με ένα αγκίστρι και δόλωμα ένα πούπουλο , ψαράκι μικρό τεχνητό , λωρίδα μεταξιού η ακόμα μια απομίμηση από χελάκι. Ένα απ' τα κοινά δολώματα, που κάνει προπάντων για τα μελανούρια, είναι το μικρό φτερό, πιθανόν από γλάρο, οπωσδήποτε όμως τελείως άσπρο, με μήκος 4-6 εκατοστά, το οποίο μπορεί να στερεωθεί με λευκό νήμα στην πετονιά  για να κυλά μέχρι τη λαβή του αγκιστριού ή να δεθεί με έναν κόμπο στην πετονιά μόλις πάνω απ' το αγκίστρι, με τρόπο ώστε αυτό να προεξέχει κατά τα δυο τρίτα απ' την άκρη του φτερού. Αυτό το δόλωμα θέλει να μιμηθεί το μικρό ψάρι που το σκάει στην επιφάνεια και το προτιμούν τα μελανούρια καθώς και μερικά λαυράκια, αν το ψάρεμα θα γίνει πολύ κοντά στις βραχώδεις ακτές. Συνήθως, τα μελανούρια πιάνονται λίγο πιο ανοιχτά, σε απόσταση δέκα περίπου μέτρων απ' την ακτή και η συνάντηση τους είναι πολύ πιο συχνή, μπροστά σε μικρά ακρωτήρια όπου υπάρχουν τα παιχνίδια των ρευμάτων. Το λαυράκι συναντιέται πιο εύκολα πλέοντας πολύ κοντά στα βράχια, στα λίγα μέτρα, πράγμα που χρειάζεται φυσικά τέλεια γνώση της τοποθεσίας για να αποφεύγονται συγκρούσεις με ύφαλους, που μπορεί να βρίσκονται σε μικρό βάθος. Το περιστρεφόμενο κουταλάκι μήκους 2-3 εκατοστών είναι πολύ πιο ενδιαφέρον για το λαυράκι απ' ότι για το μελανούρι, αν και σε ορισμένες ιδιαίτερες περιοχές μπορεί να είναι πολύ αποδοτικό και γι" αυτό. Είναι περίεργο πράγματι, πως στη θάλασσα, σε ορισμένες εποχές και τοποθεσίες, το ψάρι που ανήκει σε κάποιο συγκεκριμένο είδος προτιμά ένα δόλωμα στο οποίο αντίθετα, δεν δίνει καμιά σημασία σ' ένα διαφορετικό μέρος. Είναι φανερή, κατά συνέπεια, η ανάγκη να προχωράμε με δοκιμαστικές προσπάθειες, πράγμα που δεν παρουσιάζει καμία δυσκολία και δεν είναι καθόλου βαρετό. Το μικρό χέλι είναι πολύ αποτελεσματικό, κοντά στις εκβολές, για το λαυράκι, ενώ δεν συμβαίνει το ίδιο κοντά στους βράχους που βρίσκονται μακριά από τις εκβολές των ποταμών, Το ψάρι προτιμά πάντα τα θηράματα που έχει συνηθίσει να συναντά πιο συχνά κατά τη διάρκεια του χρόνου. Κατά μήκος των βραχωδών ακτών, μακριά από εκβολές, είναι πολύ πιο αποτελεσματικός ένας μικρός κέφαλος ή ένα οποιοδήποτε άλλο ψάρι με ασημί χρώμα, αγκιστρωμένο σ' ένα απλό αγκίστρι, που το διαπερνά απ' τα μάτια, ή ένα τεχνητό ψάρι που μιμείται τον ασημί γόνο που είναι τόσο κοινός και τόσο συχνός κοντά στους βράχους της ακτής. Ενώ το κατάλευκο φτερό, πρέπει να σέρνεται με ταχύτητα 2 ή 3 κόμβους την ώρα, το φυσικό ψαράκι πρέπει να σέρνεται με μικρότερη ταχύτητα, έτσι που η ορμιά τους να είναι μόλις τεντωμένη απ' την μετακίνηση της βάρκας. Το φυσικό ψάρι είναι αποτελεσματικό επίσης και για τη ζαργάνα. Όταν οι ζαργάνες είναι πολυάριθμες, το ψάρεμα τους είναι πάρα πολύ διασκεδαστικό, εξαιτίας της άμυνας, που προβάλουν αυτά τα ψάρια με συχνά πηδήματα έξω απ' τα νερά. Τα μελανούρια κι οι ζαργάνες είναι τα πιο κοινά θηράματα για τη συρτή. Για ό,τι αφορά τα μελανούρια, το ψάρεμα με τη συρτή είναι αποτελεσματικό για το πιάσιμο μικρού και μεσαίου μεγέθους ενώ τα πιο μεγάλα μελανούρια πιάνονται πάντα με πετονιά με φυσικό δόλωμα στα ρεύματα που πηγαινοέρχεται στην επιφάνεια, ενώ η βάρκα είναι φουνταρισμένη. Αυτό το ψάρεμα γίνεται σχεδόν αποκλειστικά τις νυχτερινές ώρες, το λένε καθετή από βάρκα, και γίνεται αφήνοντας την πετονιά να παίζει στην επιφάνεια με τα ρεύματα, τα οποία φυσικά πρέπει να γνωρίζει ο ψαράς πολύ καλά. Πιάνομαι απ' αυτή την ευκαιρία, για να περιγράψω αυτόν τον αρκετά διασκεδαστικό τρόπο ψαρέματος. Η καθετή για μελανούρια από βάρκα, ρίχνεται στη θάλασσα αφήνοντας ελεύθερα στα ρεύματα 8-10 μέτρα πετονιάς (μερικές φορές και 15 μέτρα), κι αυτή φεύγει, με ελαφρύ τέντωμα και την κρατάμε σταθερή σ' αυτή την απόσταση, με τρόπο ώστε το δόλωμα να φαίνεται, (ή μόλις να βουλιάζει) σαν αποτέλεσμα του ίδιου τού ρεύματος. Όπου τα μελανούρια είναι σε κοπάδι, αυτή η μέθοδος μας δίνει την ευκαιρία να πιάσουμε πολλά, κι αυτό συμβαίνει κύρια στο Ιόνιο Πέλαγος, αλλά και σε πολλά μέρη του Αιγαίου. Το μελανούρι τσιμπά με απληστία το δόλωμα που αποτελείται από γαρίδες ή κομμάτι της ουράς γάμπερης, που έχει ξεφλουδιστεί κι έχει στερεωθεί καλά πάνω στο αγκίστρι, το οποίο πρέπει να είναι γερό, και νούμερο 8. Τα αγκίστρια που είναι χωρίς αντιοξειοωτική επάλειψη είναι κατά τη γνώμη μου προτιμότερα, γιατί είναι πιο ελαφρά, λεπτά και πιο μυτερά. Το ψάρεμα του λαυρακιού, που είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον εξαιτίας της δυνατότητας να προσφέρει μεγάλες συγκινήσεις, πρέπει να γίνεται όσο το δυνατόν κοντά στα βράχια ή στα λιμανάκια και στο εξωτερικό μέρος, σέρνοντας αργά ένα φυσικό δόλωμα. Το λουράκι είναι ένα ψάρι που επιτίθεται έξαφνα και με μεγάλη ορμή. Προσφέρει συγκινήσεις όχι μόνο σε σχέση με το μέγεθος του, αλλά και εξαιτίας της ίδιας τής τακτικής που ακολουθεί στην επίθεση. Ενώ το ζωντανό φυσικό δόλωμα, για το ψάρεμα που γίνεται απ' την ακτή. πρέπει να αφήσουμε να το καταπιεί το ψάρι, στο ψάρεμα με τη συρτή, το μεγάλο θήραμα καρφώνεται μόνο του, με την ορμή που έχει. Ψαρεύοντας λαυράκια μπορούμε να έχουμε, όπως είπα, μεγάλες εκπλήξεις: ένα λαυράκι 4-5 κιλών και περισσότερο μπορούμε να το συναντήσουμε σε όχι τόσο βαθιά νερά, σε σημεία που δύσκολα θα μπορούσαμε να φανταστούμε πως υπάρχει ένα ψάρι, με τέτοιες διαστάσεις και βάρος. Είδα να πιάνουν απ' την ακτή, χρησιμοποιώντας για δόλωμα έναν μικρό ζωντανό Κέφαλολαυράκια 3-4 κιλών που έρχονταν να πιάσουν το δόλωμα, ακριβώς εκεί που σκάει το κύμα. κοντά στο μέρος των βράχων που βρέχεται απ' τον αφρό. Το ψάρεμα του λαυρακιού χρειάζεται τέλεια γνώση του με δόλωμα να φαίνεται, (ή μόλις να βουλιάζει) σαν αποτέλεσμα του ίδιου τού ρεύματος. Όπου τα μελανούρια είναι σε κοπάδι, αυτή η μέθοδος μας δίνει την ευκαιρία να πιάσουμε πολλά, κι αυτό συμβαίνει κύρια στο Ιόνιο Πέλαγος, αλλά και σε πολλά μέρη του Αιγαίου. Η ζαργάνα είναι ένα ψάρι επιφάνειας και επιτίθεται σε όλα τα μικρά ψάρια που βρίσκονται στην επιφάνεια. Το πιάσιμο της είναι αρκετά εύκολο, αν βρίσκεται σε κοπάδι. Δεν είναι σπάνια η περίπτωση πιασίματος μεγάλου αριθμού την εποχή που πλησιάζουν την ακτή. Η συρτή γι' αυτό το ψάρι πρέπει να είναι πολύ αργή, επειδή η σχετικά μεγάλη ταχύτητα δεν επιτρέπει σ' αυτά τα ψάρια, που δεν είναι τόσο πολύ γρήγορα, να επιτεθούν στο δόλωμα και να το δαγκώσουν με τον κατάλληλο τρόπο. Το ψάρεμα της ζαργάνας είναι μία απ' τις πιο διασκεδαστικές ασχολίες του ψαρά των ακτών. Αυτό το ψάρι δαγκώνει πολύ διακριτικά το δόλωμα, αλλά όταν αισθανθεί πως τσιμπήθηκε, αμύνεται με πολύ μεγάλη δύναμη και αντοχή, σχετικά με το μέγεθος του, πηδώντας συχνά καν έξω απ' το νερό. Η ζαργάνα μπορεί να ψαρευτεί και με σταματημένη τη βάρκα, αφήνοντας να παίζει το δολωμένο ψάρι, νεκρό ή ζωντανό μέσα στο ρεύματα και κατά τη γνώμη μου. αυτό το είδος  ψαρέματος είναι διασκεδαστικό, τουλάχιστο τόσο όσο και η συρτή Κι αυτό επειδή μπορούμε να αισθανθούμε πολύ εύκολο το τσίμπημα του ψαριού, καθώς επίσης και το κάρφωμα δεν είναι τόσο «αυτόματο» όπως στο ψάρεμα με τη συρτή.
Μπορούν να πιαστούν βλάχοι και με το καμάκι ή με το υποβρύχιο τουφέκι, που το χρησιμοποιούν απ' την επιφάνεια. Αυτοί οι μέθοδοι φυσικά είναι λιγότερο διασκεδαστικοί, από το ψάρεμα με την πετονιά. Ένα απ' τα πιο ενδιαφέροντα ψάρια για το ψάρεμα με τη συρτή είναι η παλαμίδα. Αυτό το ψάρι, που μπορεί να φτάσει τα δυο κιλά βάρος, προβάλλει μεγάλη αντίσταση στην άμυνα του. Είναι περαστικό είδος και εμφανίζεται, σε μεγαλύτερο ή μικρότερο αριθμό, στις τοποθεσίες που το φιλοξενούν, συνήθως κοντά στις ακτές το Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο. Σε πολλές περιοχές στο δικό μας Αιγαίο, όπου ήταν συχνές, οι παλαμίδες δεν φτάνουν πια εδώ και μερικά χρόνια, ενώ σε άλλες περιοχές συνεχίζουν την περιοδική τους εμφάνιση. Αυτά τα ψάρια προβάλλουν μεγάλη αμυντική δύναμη, πολύ ενδιαφέρουσα σε σχέση με τα ελαφριά εργαλεία που συνήθως χρησιμοποιούνται για το πιάσιμο τους. Παρόμοια με τον τόνο. η παλαμίδα προσπαθεί να κερδίσει το βάθος. Αμύνεται με γρήγορα τινάγματα που μπορούμε εύκολα να καταλάβουμε. Είναι μια χαρακτηριστική άμυνα της παλαμίδας που την ξεχωρίζει απ' το τοννάκι και τα σκουμπριά.Ψαρεύοντας λίγο στα ανοιχτά, 2-3 μίλια απ1 την ακτή, στις τοποθεσίες όπου είναι γνωστό το πέρασμα τους. μπορούμε να συναντήσουμε πολυάριθμες παλαμίδες σε κοπάδι, πολύ ευχάριστη έκπληξη για τους ψαράδες με συρτή. Αν τα ψάρια είναι «στη μέρα τους» μπορούμε να πιάσουμε δεκάδες. Πλέοντας στην ίδια απόσταση, είναι δυνατό να συναντήσουμε κοπάδια από τοννάκια ή μαγιάτικα.Αυτά τα ψάρια έχουν την περίοδο του περάσματος τους το Σεπτέμβριο και Οκτώβριο. Βρίσκονται σε τρία - τέσσερα μίλια απ' την ακτή, όπου σταθμεύουν για μεγάλο χρονικό διάστημα σε μια μεγάλη ή μικρότερη περιοχή της θάλασσας, τρώγοντας συνεχώς και κυνηγώντας χωρίς σταμάτημα τις μικρές αντσούγιες, που αποτελούν την συνηθισμένη τους τροφή. Ψαρεύονται με άσπρα φτερά και ακόμα καλύτερα, με πολύ μικρά ασημωμένα περιστρεφόμενα κουτάλια. Μερικές χρονιές περνούν μεγάλα κοπάδια από μικρούς τόνους κοντά από νησιά, σε κόλπους και σε άλλα μέρη όπου γίνονται αντικείμενο για συνεχή καταδίωξη από πολλούς ψαράδες με ελαφριές βάρκες, που πιάνουν δεκάδες μαζί με σκουμπριά και μερικές παλαμίδες. Αυτά τα ψάρια σταματούν σε τοποθεσίες όπου συνήθως υπάρχουν μεγάλες ποσότητες από μικρά αφρόψαρα και τα οποία εξολοθρεύουν. Το ψάρεμα αυτών των μικρόν  τόνων, μπορεί να διαρκέσει για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα, φτάνοντας και τους 2-3 μήνες. Φυσικά αυτό το είδος ψαρέματος γίνεται αποκλειστικά απ' τους επαγγελματίες ψαράδες, που έχουν τα μέσα και τις γνώσεις για ν' αντιμετωπίσουν τόσο μεγάλα κοπάδια. Το φαινόμενο μπορεί να επαναλαμβάνεται για αρκετά χρόνια, και έτσι οι μικροί τόνοι μπορεί να εμφανίζονται σε μεγάλο αριθμό, προς τα τέλη Σεπτέμβρη με Οκτώβρη, στην ίδια περιοχή κοντά στις ακτές. Κι άλλα σκομβριδή, το σκουμπρί κι ο κολιός, μπορούν να πιαστούν με τη συρτή του αφρού, πάντα με άσπρα φτερά, που είναι το πιο κοινό ανάμεσα στα δολώματα, με μικρό περιστροφικό κουταλάκι και ακόμα, με μικρό ψαροδόλι. Το φυσικό ψάρι στο συνιστούμε μόνο στην περίπτωση που τα σκουμπριά, οι παλαμίδες ή τα άλλα ψάρια κοπαδιού είναι τόσο πολυάριθμα, ώστε το πλεούμενο δεν πρέπει να διανύει πολύ μεγάλες αποστάσεις με τη συρτή χωρίς αποτέλεσμα, πράγμα που θα χάλαγε το δόλωμα. Οπωσδήποτε όμως. το άσπρο φτερό, από γλάρο αν είναι δυνατό, είναι ακόμα ένα από τα πιο αποτελεσματικά τεχνητά δολώματα γι' αυτό το είδος. Το μεγαλύτερο μέρος όμως των σκουμπριών, που φαίνονται σε μεγάλες ποσότητες στην αγορά, ψαρεύεται με μεθόδους στα μισά νερά. μεθόδους που οι ψαράδες των νησιών εφαρμόζουν με μαεστρία. Όπως είναι γνωστό πολλοί απ' αυτούς είναι άριστοι ψαράδες με την πετονιά. Η πετονιά για το σκουμπρί, αποτελείται από ένα βάρος στην άκρη και έναν ορισμένο αριθμό αγκιστριών που έχουν δεθεί μαζί με μπαμπάκι ή με λευκό νάιλον που συνδέεται με ένα κοντό παράμαλλο με τη μάννα της πετονιάς.  Τα αγκίστρια τοποθετούνται με απόσταση 40-50 εκατοστά το ένα απ' το άλλο. Όλο αυτό το σύνολο το αφήνουμε σε ένα βάθος, που βρίσκουμε κατάλληλο από την πείρα και το σηκώνουμε απότομα. Ο ψαράς δεν φροντίζει κάποιο ψάρι να τσιμπήσει, αλλά προτιμά να συνεχίσει αυτή τη δουλειά, μέχρι το μεγαλύτερο μέρος των αγκιστριών να έχουν πιαστεί απ' τα ψάρια.

Κείμενο Στέφανος Κωλέττης

Πηγή bigfishhunters.blogspot

Σχόλια